Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΠΕΡΊ ΕΛΕΗΜΟΣΎΝΗΣ

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ  ΠΕΡΊ ΕΛΕΗΜΟΣΎΝΗΣ



Πραγματικά είναι μεγάλο αγαθό και δώρο του Θεού η ελεημοσύνη και μας εξομοιώνει, όσο μας είναι δυνατό, με τον Θεό, όταν την ασκούμε. Αυτό προπάντων είναι άνθρωπος. Μιλώντας λοιπόν κάποιος για το γνώρισμα του ανθρώπου, αυτό πρόσθεσε: «είναι, λέγει μεγάλο πράγμα ο άνθρωπος και πάρα πολύ σπουδαίο ο ελεήμονας». Η ελεημοσύνη είναι σπουδαιότερο πράγμα από το να ανασταίνει κανείς νεκρούς. Γιατί είναι πολύ πιο σπουδαίο να δώσεις τροφή στον πεινασμένο Χριστό από το να αναστήσεις νεκρούς στο όνομα του Χριστού.

Στην     πρώτη     περίπτωση     εσύ
ευεργετείς το Χριστό, στην δεύτερη ο Χριστός εσένα. Και αμείβεται κανείς όταν ευεργετεί και όχι όταν τον ευεργετούν. Στην περίπτωση αυτή, αν δηλαδή κάνεις θαύματα εσύ οφείλεις στο Θεό, ενώ στην περίπτωση της ελεημοσύνης σου οφείλει ο Θεός. Ελεημοσύνη είναι όταν   την   κάνεις   με   προθυμία, όταν την κάνεις με γενναιοδωρία, όταν δεν νομίζεις πως δίνεις αλλά πως παίρνεις, όταν την κάνεις σαν να  σε  ευεργετούν,  σαν  να κερδίζεις, σαν να μη χάνεις.

…Δεν βλέπεις πως όλοι χρειαζόμαστε τους άλλους; ο στρατιωτικός τον τεχνίτη, ο τεχνίτης τον έμπορο, ο έμπορος το γεωργό, ο δούλος τον ελεύθερο, ο οικοδεσπότης τον υπηρέτη, ο φτωχός  τον  πλούσιο,  ο  πλούσιος το φτωχό, εκείνος που δεν μπορεί
να εργασθεί, τον ελεήμονα, ο ελεήμονας τον ελεούμενο. Γιατί ο ελεούμενος εξυπηρετεί μεγάλη ανάγκη, πιο μεγάλη απ’ όλες. Πραγματικά, αν δεν υπήρχαν φτωχοί, θα χάναμε το σπουδαιότερο μέσο της σωτηρίας μας, γιατί δεν θα είχαμε που να δώσουμε τα χρήματα. Επομένως και ο φτωχός, που θεωρείται πως είναι ο πιο άχρηστος από όλους, είναι πιο χρήσιμος απ’ όλους.

…Γιατί, όπως είπε ο Παύλος, αυτό μας κάνει ικανούς να περιφρονούμε τα χρήματα και συμβάλλει στη δόξα του Θεού και θερμαίνει την αγάπη και μας κάνει μεγαλόψυχους και μας οδηγεί στο λειτούργημα του ιερέα, που προσφέρει μεγάλη   ανταμοιβή.   Γιατί   ο   ελεήμονας   δεν   φοράει   μακρύ   ένδυμα,   δεν

περιφέρεται φορτωμένος με στολίδια, δεν στολίζει το κεφάλι του με στεφάνι, αλλά φοράει τη στολή της φιλανθρωπίας, που είναι πιο αγνή από τη στολή του ιερέα, αλείφεται  με  λάδι  που  δεν  αποτελείται  από  αισθητά υλικά αλλά  από αγαθοποιό Πνεύμα και το στεφάνι του είναι δημιούργημα της φιλανθρωπίας του. «Σε στεφανώνει», λέει «με φιλανθρωπία και συμπόνια» (Ψαλμ. 102, 4). Και αντί να φοράει στεφάνι με τη λέξη Θεός, γίνεται ίσος με το Θεό. Πως όμως; «Θα γίνετε», λέει «όμοιοι με τον Πατέρα σας που κατοικεί στον ουρανό». (Ματθ. 5,
45).

…Κι αν θέλεις να δεις τι γίνονται οι προσφορές σου, έλα να σου το δείξω και αυτό. Που είναι λοιπόν ο καπνός; Ποια είναι η μυρωδιά αυτού του θυσιαστηρίου; Η  δόξα  και  η  Ευχαριστία.  Και  ως  που,  φθάνει;  Άραγε  ως  τον  ουρανό;  Όχι. Ξεπερνά  ακόμη  και  τον  ουρανό,  και  τον  ουρανό  του  ουρανού  και  φθάνει μπροστά στον ίδιο τον θρόνο του Θεού. «Οι προσευχές σου», λέει, «και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν και έφθασαν μπροστά στο Θεό». (Πραξ. 10, 4). Η μυρωδιά των αισθήσεων μας δεν διασχίζει ούτε ένα μεγάλο μέρος του αέρα. Η μυρωδιά αυτή ανοίγει τις ίδιες τις πύλες του ουρανών. Εσύ δεν λες σε κανένα τίποτα. Η πράξη σου όμως φωνάζει και γίνεται θυσία δοξολογίας του Θεού, όχι θυσία σφαγμένου μοσχαριού ούτε καμένου δέρματος, αλλά πνευματικής ψυχής, που προσφέρει τα δικά της. Γιατί η θυσία αυτή είναι ανώτερη από κάθε φιλανθρωπία.   Όταν   δεις   τέτοιο   φτωχό,   όχι   μόνο   δεν   πρέπει   να   τον περιφρονήσεις, αλλά πρέπει και να τον σεβαστείς. Κι’ αν δεις άλλον να τον περιφρονεί, εμπόδισέ τον, βοήθησε. Γιατί έτσι θα μπορέσεις να έχεις κι εσύ ο ίδιος το Θεό βοηθό  και  να κερδίσεις τα αγαθά του άλλου κόσμου, τα οποία εύχομαι να τα κερδίσουμε όλοι μας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

…Και πρόσεχε πως δεν είναι δυνατόν χωρίς ελεημοσύνη να εισέλθωμεν, αλλά και αν ακόμη λείπει μόνον αυτή, θα απέλθωμεν εις την κόλασιν. Διότι λέγει:
«φύγετε από εμέ κατηραμένοι, εις το αιώνιον πυρ που έχει ετοιμασθή δια τον
διάβολον και τους αγγέλους του» (Ματθ. 25, 41-42). Εξ αιτίας ποίου και δια ποίον λόγον; «Διότι επείνασα και δεν μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και δεν με εποτίσατε». Είδες πως, ενώ δεν εκατηγορήθησαν δια τίποτε άλλο, δι’ αυτό και μόνον εχάθησαν;

….Τι λοιπόν λέγει, απειλεί εκείνους οι οποίοι δεν έδωσαν ελεημοσύνην, ότι θα απέλθουν εις το πυρ; Και όχι απλώς εις το πυρ, αλλά εις εκείνο το οποίον ητοιμάσθη δια τον διάβολον και τους αγγέλους του; Και δια ποίον λόγον; Τίποτε δεν παροργίζει τόσον τον Θεόν, αλλά από όλα τα κακά αυτό θέτει πρώτον. Διότι εάν πρέπει ν’ αγαπώμεν και τους εχθρούς, εκείνος ο οποίος βλάπτει και τους φίλους, και είναι ως προς αυτό χειρότερος και από τους ειδωλολάτρας, ποίας καλάσεως δεν θα είναι άξιος; Ώστε εδώ το μέγεθος του αμαρτήματος έκανε αυτόν ν’ απέλθει μαζί με τον διάβολον. Διότι αλλοίμονον εις εκείνον ο οποίος δεν δίδει ελεημοσύνην». (Σοφ. Σειρ. 12, 3).

…Άκουε  την  ωφέλιμον    παραίνεσιν  που  λέγει:  «Η  ελεημοσύνη  και  η  αγαθή πίστις  ας  μη  σε  εγκαταλείπουν»  (Παροιμ.  3,  3).  Δεν  είπε,  να  το  κάνεις  μιαν φοράν, ούτε δύο, ούτε τρεις, ούτε δέκα, ούτε εκατόν φοράς, αλλά δια πάντα: διότι λέγει: «ας μη σε εγκαταλείπουν»; Και δεν είπε, να μη τα εγκαταλείπεις, αλλά να

μη σε εγκαταλείπουν αυταί, αποδεικνύων ότι ημείς έχομεν την ανάγκην των και όχι αυταί την ιδικήν μας και διδάσκων ότι έχομεν υποχρέωση να πράττωμεν τα πάντα, ώστε να κατέχωμεν αυτάς πλησίον μας. «Δέσε δε αυτάς γύρω από τον τράχηλον σου». (Παροιμ. 3, 3).

Τόσον μεγάλη είναι η δύναμις της ελεημοσύνης. Οδηγεί εις τον ουρανόν με πολλήν παρρησίαν εκείνους που την εξασκούν. Διότι είναι γνώριμος εις τους θυρωρούς του ουρανού, εις τους φυλάσσοντας τας θύρας του νυμφώνος, όχι δε μόνον γνώριμος, αλλά και σεβαστή. Και εκείνους τους οποίους θα αναγνωρίσει ότι την τιμούν, θα τους οδηγήσει με πολλήν παρρησίαν και κανείς δεν θα φέρει αντιρρήσεις, αλλά όλοι υποχωρούν. Διότι εάν κατεβίβασε τον Θεόν κάτω εις την γην και τον έπεισε να γίνει άνθρωπος, πολύ περισσότερον θα ημπορέσει να αναβιβάσει τον άνθρωπον εις τον ουρανόν. Διότι είναι μεγάλη η δύναμις αυτής. Εάν ο Θεός από ευσπλαγχνίαν και φιλανθρωπίαν έγινεν άνθρωπος  και έπεισεν αυτόν δια να γίνει δούλος, πολύ περισσότερον θα ημπορέσει να οδηγήσει τους δούλους εις την οικίαν του.

Ο Παύλος έκανε πολύν λόγον δια την ελεημοσύνην. Διότι άκουε αυτόν άλλοτε μεν να λέγει, «Μόνον τους πτωχούς να ενθυμούμεθα» (Γαλ. 2, 10) άλλοτε δε,
«Εάν το ποσόν που θα συνάξετε είναι μεγάλον και αξίζει, να υπάγω και εγώ».
(Α΄ Κορ. 16, 4). Και παντού εις όλα τα σημεία βλέπεις αυτόν να μεριμνά δια το ίδιον πράγμα. Και πάλιν, «Ας παίρνουν μάθημα και οι ιδικοί μας να πρωτοστατούν εις καλά έργα» (Τίτ. 3, 14). Και πάλιν λέγει: «Διότι αυτά τα έργα είναι καλά και ωφέλιμα εις τους ανθρώπους» (Τίτ. 3, 8). Άκουε όμως και κάποιον άλλον που λέγει: «Η ελεημοσύνη σώζει από τον θάνατον» (Ιώβ. 12, 9). Εάν όμως αποσύρεις το έλεος σου, Κύριε, Κύριε ποίος θα εξακολουθήσει να υπάρχει;

«Ο άνθρωπος είναι κάτι το μέγα» διατί; «και είναι τίμιον να είναι ο άνθρωπος ελεήμων» (Ψαλμ. 129, 3). Αυτό λοιπόν είναι ο άνθρωπος, ελεήμων. Μάλλον δε αυτό είναι ο Θεός, ελεημοσύνη. Βλέπεις πόση είναι η δύναμις της ευσπλαχνίας του Θεού; Αυτή κατασκεύασε τα πάντα, αυτή εδημιούργησε τον κόσμον, αυτή εδημιούργησε τους αγγέλους, μόνον εξ αιτίας της αγαθότητος. Δια αυτό μας προέβαλεν ως απειλήν την γέενναν του πυρός δια να επιτύχωμεν την Βασιλείαν των Ουρανών, την οποίαν όμως επιτυγχάνομεν εξ αιτίας της ευσπλαχνίας του Θεού. Διότι ειπέ μου, διατί, ενώ είναι μόνος, εδημιούργησε τόσον πολλούς; Όχι εξ αιτίας της αγαθότητός του; Όχι εξ αιτίας της φιλανθρωπίας τους;

Ας ελεήσωμεν τους πλησίον, δια να ελεηθούμεν και εμείς οι ίδιοι. Δεν συγκεντρώνομεν την ελεημοσύνην αυτήν περισσότερον δι’ εκείνους, παρά δια τους ιδίους τους εαυτούς μας κατ’ εκείνην την ημέραν της κρίσεως. Όταν αι φλόγες του πυρός είναι ορμητικαι, το έλαιον αυτό είναι σβεστικόν του πυρός, αυτό είναι αιτία φωτός εις ημάς. Έτσι θα απαλλαγούμεν δια αυτού από το πυρ της γεένης. Διότι από πού θα μας ευσπλαχνισθεί και θα μας ελεήσει; Η ελεημοσύνη είναι αποτέλεσμα της αγάπης. Τίποτε δεν εξοργίζει τόσον πολύ τον Θεόν, όσο το να μη είναι κανείς ελεήμων.

…κοινούς διδασκάλους μας, για τις συμφορές και παρηγοριά, άφησε δια μέσον της οικουμένης ο Θεός τους πτωχούς. Έπαθες κάτι το ανεπιθύμητο; Όμως δεν έπαθες τίποτε τέτοιο, όπως εκείνος. Έχασες το μάτι σου; Αλλά εκείνος και τα

δύο. Ασθένησες με μακροχρόνια ασθένεια; Εκείνος όμως έχει ασθένεια ανίατη. Έχασες το παιδιά σου; Εκείνος και την υγεία του δικού του σώματος; Εζημειώθηκες πολύ; Αλλά ποτέ δεν ευρέθηκες σε ανάγκη να χρειάζεσαι τους άλλους. Ευχαρίστησε τον Θεό. Βλέπεις εκείνους να ευρίσκονται μέσα στο καμίνι της πτώχειας και να ζητούν από όλους, να λαμβάνουν όμως από λίγους; Όταν κουρασθείς να προσεύχεσαι και δεν λαμβάνεις, σκέψου πόσες φορές έχεις ακούσει να σε καλεί πτωχός και δεν τον δέχθηκες και εκείνος δεν αγανάκτησε ούτε σε έβρισε. Αν και από σκληρότητα το κάνεις αυτό, ο Θεός όμως, και όταν δεν σε ακούει, το κάνει από φιλανθρωπία. Εάν, λοιπόν, εσύ ο ίδιος, όταν από σκληρότητα δεν ακούεις το συνάνθρωπό σου, δεν θεωρείς άξιο να κατηγορείσαι, καταγορείς  τον  Κύριο  του  δούλου  του,  όταν  από  φιλανθρωπία  δεν  ακούει; Βλέπεις πόση είναι η ανισότητα; Πόση είναι η αδικία;

Αυτές ήταν οι αγάπες των αποστολικών χρόνων. Όλα τα υπάρχοντα τους τα κατέθεταν στο μέσον. Εγώ όμως δεν σας προτρέπω να τα καταθέσετε όλα, αλλά ένα μέρος. «Αυτό που κάποιος θα ευκολυνθεί να προσφέρει», λέγει, «ας το ξεχωρίσει ο καθένας την ημέρα της Κυριακής» (Α΄ Κορ. 16, 2). Σαν να προσφέρει κάποιον φόρο για τις επτά ημέρες και τον καταθέτει, και έτσι να δίνει ελεημοσύνη, είτε αυτή είναι μικρή, είτε μεγάλη. Γιατί λέγει, «δεν θα παρουσιασθείς   βέβαια   άδειος   μπροστά   στον   Κύριο»   (Έξοδ.   23,   15).   Αυτά λέγονταν στους Ιουδαίους, πόσο μάλλον ισχύουν για μας; Γι’ αυτό στέκονται οι φτωχοί μπροστά στις πόρτες για να μη μπαίνει κανείς άδειος, για να μπαίνει με ελεημοσύνη.

…Κάμε τον Θεόν οφειλέτη σου, και τότε ζήτησε απ’ αυτόν. Δάνεισε, και τότε ζήτα, για να πάρεις με τόκο. Αυτό το θέλει και ο Θεός, δεν το αποφεύγει. Αν του ζητάς   μαζί   με   ελεημοσύνη   που   έκαμες,   χρωστά   χάρη.   Αν   απαιτείς   με ελεημοσύνη, δανείζεις και παίρνεις και τόκους. Ναι παρακαλώ. Δεν εισακούεται κανείς σηκώνοντας τα χέρια. Άπλωσε τα χέρια σου όχι στον ουρανό, αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν απλώσεις το χέρι στα χέρια των φτωχών, άγγιξες την ίδια την κορυφή του ουρανού. Γιατί αυτός που κάθεται εκεί αυτός παίρνει την ελεημοσύνη. Αν υψώσεις τα χέρια άκαρπα, σε τίποτε δεν ωφελήθηκες.

…Πρόσεχε όμως και τον προφήτη Δανιήλ που όταν έδινε στον Ναβουχοδονόσορ την άριστη εκείνη συμβουλή, δεν φρόντιζε μόνο για τους φτωχούς. Γιατί δεν είπε, δώσε στους φτωχούς μόνον, αλλά τι; «Εξάλειψε τις αμαρτίες σου με ελεημοσύνες και τις αδικίες σου με φιλανθρωπία προς τους φτωχούς» (Δαν. 4, 24). Δώσε όλα τα χρήματα, λέγει, όχι μόνο για να τραφούν άλλοι, αλλά για ν’ απαλλαγείς και ο ίδιος από την τιμωρία. Και πάλι ο Χριστός λέγει: «πούλησε τα υπάρχοντα σου και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς και έλα να με ακολουθήσεις» (Ματθ. 19, 21).

…Παρ’ όλο που η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα έχουν πιο δύσκολο κόπο απ’ αυτή, όμως τίποτε δεν είναι τόσο ισχυρό και δυνατό στο να σβήσει τη φωτιά των αμαρτημάτων μας, όσο η ελεημοσύνη. Αυτή είναι ανώτερη απ’ όλα, στήνει τους εραστές της κοντά στον ίδιο το βασιλιά. Και πολύ σωστά. Γιατί η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα σταματάει μόνο γύρω απ’ αυτόν που την ασκεί και δεν έσωσε κανέναν άλλο. Η ελεημοσύνη όμως απλώνεται   σε   όλους   και   αγκαλιάζει   τα   μέλη   του   Χριστού.   Άλλωστε   τα

κατορθώματα εκείνα που απλώνονται σε πολλούς είναι πολύ μεγαλύτερα απ’
αυτά που σταματούν γύρω από έναν.

…Η ελεημοσύνη είναι η μητέρα της αγάπης, της αγάπης που χαρακτηρίζει τον Χριστιανισμό που είναι μεγαλύτερη απ’ όλα τα θαύματα, με την οποίαν φαίνονται οι μαθητές του Χριστού. Αυτή είναι φάρμακο για τα δικά μας αμαρτήματα, σαπούνι για την ακαθαρσία της ψυχής μας, σκάλα στηριγμένη στον  ουρανό.  Αυτή  συνδέει  το  σώμα  του  Χριστού.  Θέλετε  να  μάθετε  πόσο μεγάλο αγαθό είναι αυτή; Στην εποχή των αποστόλων όλοι πουλούσαν τα υπάρχοντά τους και έφερναν σ’ αυτούς τα χρήματα, τα οποία και μοιράζονταν.

…Μετά τη συνεχή προσευχή χρειάζεται πολλή ελεημοσύνη. Γιατί το κατ’ εξοχήν ισχυρό που παρασκευάζει το φάρμακο την μετάνοιας είναι αυτό. Και όπως στα ιατρικά βοηθήματα υπάρχει φάρμακο που περιέχει πολλά βότανα, ένα όμως είναι το πιο σπουδαιότερο, έτσι και στη μετάνοια αυτό το βότανο είναι το σπουδαιότερο και αυτή θα μπορούσε να γίνει το παν. Άκου, λοιπόν, τι λέγει η αγία Γραφή: «Δώστε ελεημοσύνη και όλα θα τα έχετε καθαρά» (Λουκ. 11, 41). Και πάλι: «με ελεημοσύνη και πίστη καθαρίζονται οι αμαρτίες» (Τωβίτ 4, 11). Και πάλι «το νερό σβήνει τις φλόγες της φωτιάς και η ελεημοσύνη εξιλεώνει τις μεγάλες αμαρτίες». (Σοφ. Σειρ. 3, 30).

…Τι σημαίνει, «αυτός που κατανοεί»; Αυτός που καταλαβαίνει τι σημαίνει φτωχός, αυτός που γνωρίζει καλά τη στεναχώρια του. Γιατί όποιος μάθει την στεναχώρια του, οπωσδήποτε θα τον βοηθήσει αμέσως. Όταν δεις φτωχό, μη τον περιφρονήσεις, αλλά αμέσως σκέψου ποιος θα ήσουν αν εσύ ήσουν εκείνος. Τι δε θα ήθελες να σου κάνουν όλοι; «Αυτός που κατανοεί», λέγει. Σκέψου ότι είναι ελεύθερος όμοια με σένα και ότι μετέχει στην ίδια με σένα ευγενική καταγωγή και ότι όλα τα έχει κοινά με σένα. Παρ’ όλο όμως που αυτός δεν έχει τίποτε κατώτερο από σένα, ούτε με τα σκυλιά σου πολλές φορές τον θεωρείς ίσο. Γιατί εκείνα χορταίνουν ψωμί, αυτός όμως κοιμήθηκε πολλές φορές πεινασμένος. Ο ελεύθερος έγινε περισσότερο περιφρονημένος και από τους δούλους σου.

…Πράγματι η ελεημοσύνη είναι κάποια τέχνη άριστη και δοξάζει αυτούς που την ασκούν, επειδή είναι αγαπητή στον Θεό, και βρίσκεται κοντά του, εύκολα ζητά χάρη γι’ αυτούς που θέλει, φτάνει να μην αδικείται από μας. Και αδικείται όταν την κάνουμε με χρήματα που έχουμε αρπάξει από άλλους. Όπως όταν είναι καθαρή, δίνει μεγάλη παρρησία σ’ αυτούς που την στέλνουν προς το Θεό. Είναι   τόσο   μεγάλη   η   δύναμις   της,   αφού   δέεται   και   γι’   αυτούς   που συγκρούσθηκαν με το Θεό και γι’ αυτούς που έχουν αμαρτήσει. Αυτή διασπά τα δεσμά, διαλύει το σκοτάδι, σβήνει τη φωτιά, θανατώνει τον σκώληκα, απομακρύνει το βρυγμό τον οδόντων, γι’ αυτήν ανοίγονται με πολλή ασφάλεια οι πύλες των ουρανών. Και όπως ακριβώς όταν εισέρχεται η βασίλισσα στα ανάκτορα κανείς δεν θα τολμήσει από τους φύλακες που φυλάγουν τις πόρτες να την ρωτήσει ποια είναι και από πού, αλλά όλοι αμέσως την υποδέχονται, έτσι λοιπόν και την ελεημοσύνη. Διότι πραγματικά είναι βασίλισσα και κάνει τους ανθρώπους ομοίους με το Θεό. Διότι λέγει, «να είσθε σπλαχνικοί προς τον πλησίον  σας,  όπως  ο  ουράνιος  Πατέρας  σας  είναι  σπλαχνικός  προς  όλους» (Λουκ. 6, 36). Είναι φτερωτή και ευκίνητη, έχει χρυσά φτερά, έχει πέταγμα που ευχαριστεί πάρα πολύ τους αγγέλους. «Εκεί», λέγει «οι πτέρυγες της περιστεράς

παρουσιάζονται σαν επαργυρωμένες και με χρυσοπράσινα ανάμεσα στις φτερούγες τους φτερά» (Ψαλμ. 67, 14). Ακριβώς δηλαδή σαν κάποιο χρυσό και ζωντανό περιστέρι πετά, έχει μάτι πράο και βλέμμα ήμερο. Τίποτε δεν είναι καλύτερο από τον οφθαλμό εκείνον.

…Είναι και το παγώνι, αλλά μπροστά σ’ εκείνην είναι καλιακούδα. Τόσο πολύ το πτηνό αυτό είναι ωραίο και αξιοθαύμαστο (η ελεημοσύνη). Βλέπει διαρκώς προς τα επάνω και περιβάλλεται με πολύ θεϊκή δόξα. Είναι παρθένος και την στολίζουν χρυσά φτερά και έχει πρόσωπο λευκό και ήμερο. Είναι φτερωτή και ανάλαφρη και στέκεται δίπλα στον βασιλικό θρόνο. Όταν κρινόμαστε, ξαφνικά πετά και παρουσιάζεται μπροστά μας και μας αρπάζει από την κόλαση, περιτυλίγοντας μας με τα φτερά της. Αυτή μάλλον θέλει ο Θεός παρά τις θυσίες. Πολλά λέγει γι’ αυτήν, τόσο πολύ την αγαπά. «Ο Κύριος», λέγει, «θα αναλάβει υπό την προστασία του τα ορφανά και τις χήρες». (Ψαλμ. 145, 9).

…Από αυτήν αγαπά να ονομάζεται ο Θεός, λέγει ο Δαυίδ «ο Κύριος είναι οικτίρμων και ελεήμων μακρόθυμος και πολυέλεος και αληθινός» (Ψαλμ. 102, 8). Και πάλι άλλος λέγει: «το έλεος του Θεού εκτείνεται πάνω σ’ όλη τη γη» (Ψαλμ.
56, 12). Αυτή διέσωσε το ανθρώπινο γένος, διότι αν δεν μας σπλαχνιζόταν ο Θεός, όλα θα είχαν χαθεί. Αυτή αν και ήμασταν εχθροί, μας συμφιλίωσε, αυτή έγινε πρόξενος πολλών αγαθών, αυτή έπεισε τον Υιόν του Θεού να γίνει δούλος και να ταπεινωθεί. Αυτήν ας προσπαθήσουμε να μιμηθούμε, αγαπητοί, μέσω της οποίας σωθήκαμε, αυτήν ας αγαπήσουμε, αυτήν ας προτιμήσουμε από τα χρήματα και χωρίς χρήματα ας έχουμε ελεήμονα ψυχή.

…Αυτό είναι πλούτος, αυτό εμπόριο, αυτό θησαυρός παντοτινός, το να μεταθέτουμε όλα τα υπάρχοντα στον ουρανό και να έχουμε εμπιστοσύνη για την φύλαξη των όσων καταθέσαμε εκεί. Γιατί θα είναι διπλό για μας το κέρδος από την ελεημοσύνη και δεν θα φοβόμαστε πια για τα χρήματα που καταθέσαμε μήπως τα εξαφανίσουν κάποτε ληστές διαρρήκτες και κακοί υπηρέτες και ενώ είναι φυλαγμένα εκεί δεν έχουν κρυφτεί έτσι χωρίς καρπό. Αλλά όπως ρίζα που φυτεύτηκε σε εύφορο τόπο δίνει κάθε χρόνο ώριμους καρπούς, έτσι και τα χρήματα που φυτεύτηκαν στα χέρια των φτωχών, όχι μόνο κάθε χρόνο, αλλά και κάθε ημέρα μας δίνουν πνευματικούς καρπούς, δηλαδή παρρησία προς το Θεό, συγχώρηση αμαρτημάτων, συντροφιά αγγέλων, συνείδηση αγαθή, τα θαυμαστά αγαθά, τα οποία ετοίμασε ο Θεός γι’ αυτούς που τον αγαπούν και γι’ αυτούς που με θερμή και φλογερή ψυχή επιζητούν το έλεος της παρουσίας του.

…Για να μάθεις ότι αυτές οι εντολές είναι πιο αγαπητές στο Θεό από τις άλλες, όταν  μιλάει  για  τη  νηστεία  και  την  παρθενία  αναφέρει  τη  βασιλεία  των ουρανών, ενώ όταν νομοθετεί για την ελεημοσύνη και τη φιλανθρωπία και για να κάνουμε τους εαυτούς μας ευσπλαχνικούς ορίζει έπαθλο πολύ μεγαλύτερο από τη βασιλεία των ουρανών, λέγοντας: «για να γίνετε όμοιοι με τον ουράνιο Πατέρα σας» (Ματθ. 5, 45).

…Μη βλέπεις το φτωχό που παίρνει, αλλά το Θεό που ανταποδίδει, όχι εκείνον που δέχεται χρήματα αλλά αυτόν που γίνεται υπεύθυνος για το χρέος. Και γι’ αυτό άλλος παίρνει και άλλος ανταποδίδει για να μας παρακινήσει σε ελεημοσύνη και σε συμπόνια η φτώχεια και η συμφορά εκείνου που δέχεται, ενώ

ο πλούτος αυτού που πρόκειται να ανταποδώσει εγγυώμενος την πληρωμή και την εξόφληση που ακολουθεί με μεγάλη προσαύξηση θα μας δώσει ελπίδα για το δάνειο και το κέρδος και θα συμβάλει στο να γίνει με περισσότερη γενναιοδωρία η ελεημοσύνη. Γιατί, πες μου, ποιος ενώ πρόκειται να πάρει εκατό φορές περισσότερα και ελπίζει οπωσδήποτε στην ανταπόδοση, δεν θα τα προσφέρει όλα;

…Αν όμως ακούοντας αυτά ακόμη διστάζεις να προσφέρεις κάτι από τα υπάρχοντα σου και ούτε το ότι θα πάρεις εκατό φορές περισσότερα ούτε η συμφορά του φτωχού ούτε τίποτε άλλο θα μπορέσει να σε συγκινήσει, αναλογίσου   τα   παραπτώματά   σου,   συνειδητοποίησε   τα   αμαρτήματα   σου, εξέτασε όλη τη ζωή σου, μάθε καλά τα σφάλματα σου. Και αν ακόμη είσαι ο πιο σκληρός απ’ όλους τους ανθρώπους, ωθούμενος οπωσδήποτε από το φόβο των αμαρτημάτων σου κάθε φορά και προσδοκώντας να σου συγχωρηθούν αυτά με την ελεημοσύνη, θα δώσεις ακόμη και το σώμα σου και όχι μόνο χρήματα.

…Όταν  όμως  με  την  ελεημοσύνη  επιτυγχάνονται  τόσα  βραβεία  και  τόσες αμοιβές και τόση συγχώρηση  αμαρτημάτων, πες μου ποια δικαιολογία θα έχουν εκείνοι που λυπούνται τα χρήματα και καταποντίζουν την ψυχή τους μέσα στα αμαρτήματα; Και αν τίποτε άλλο δεν σε παρακινεί και δεν σε συγκινεί για συμπόνια   και   για   ελεημοσύνη,   σκέψου   το   ξαφνικό   θάνατο   και   αφού αναλογισθείς ότι, και αν ακόμη δεν δώσεις στους φτωχούς, όταν έρθει ο θάνατος και χωρίς τη θέληση σου θα τα παραχωρήσεις στους άλλους, τουλάχιστον έτσι γίνε τώρα φιλάνθρωπος.

…Εσύ  σπέρνεις  χρήματα  συλλέγεις  όμως  την  παρρησία  ενώπιον  του  Θεού. Δίνεις χρήματα και λαμβάνεις συγχώρηση αμαρτημάτων. Προσφέρεις άρτο και ενδύματα και αντί γι’ αυτά σου ετοιμάζεται η βασιλεία των ουρανών και τα άπειρα αγαθά, «τα οποία ούτε μάτι είδε, ούτε αυτί άκουσε ούτε νους ανθρώπου συνέλαβε». Και το πιο σπουδαίο, απ’ όλα τα αγαθά, γίνεται όμοιος με το Θεό, όσο αυτό είναι δυνατό στον άνθρωπο. Γιατί όταν ο Χριστός μίλησε για την ελεημοσύνη και την φιλανθρωπία, πρόσθεσε: «για να γίνεται όμοιοι με τον ουράνιο Πατέρα σας, γιατί αυτός ανατέλλει τον ήλιο του σε κακούς και καλούς και βρέχει σε δικαιους και αδίκους» (Ματθ. 5, 45). Δεν μπορείς εσύ να ανατείλεις τον ήλιο ούτε να ρίξεις βροχή ούτε να ευεργετήσεις τόσο πολύ κόσμο. Χρησιμοποίησε τα χρήματα σου για φιλανθρωπία και θα γίνεις όμοιος μ’ αυτόν που ανατέλλει τον ήλιο, όσο είναι δυνατό βέβαια να γίνει ο άνθρωπος όμοιος με το Θεό.

…Ο σπόρος ονομάζεται ελεημοσύνη, επειδή το πράγμα δεν είναι δαπάνη αλλά έσοδο. Εσύ όμως όταν πρέπει να σπείρεις δεν βλέπεις ότι αδειάζεις τις αποθήκες από τα γεννήματα αλλά βλέπεις στο μελλοντικό θερισμό των σπαρτών, την στιγμή μάλιστα που δεν ξέρεις ότι οπωσδήποτε θα γίνει. Γιατί πραγματικά και η ερυσίβη (αρρώστια σιτηρών) και το χαλάζι και οι ακρίδες και οι καιρικές μεταβολές και πολλά άλλα εμποδίζουν την μελλοντική μας ελπίδα. Όταν όμως πρόκειται να σπείρεις στον ουρανό, από όπου έχει απομακρυνθεί κάθε καιρική μεταβολή,   διστάζεις   και   δειλιάζεις;   Και   ποια   συγνώμη   θα   βρεις,   όταν σπέρνοντας στη γη ελπίζεις και το κάνεις με προθυμία ενώ όταν πρόκειται να σπείρεις  στο  χέρι  του  Θεού  διστάζεις  και  αδιαφορείς;  Γιατί  αν  η  γη  σου

επιστρέφει όσα έσπειρες, πολύ περισσότερο το χέρι του Θεού θα σου επιστρέψει πολύ άφθονα εκείνα που θα δεχθεί.

…Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας μη προσέχουμε στη δαπάνη όταν κάνουμε ελεημοσύνη, αλλά στο έσοδο και στις μελλοντικές ελπίδες και στο κέρδος της παρούσας  ζωής.  Γιατί  η  ελεημοσύνη  δεν  μας  δίνει  μόνο  τη  βασιλεία  των ουρανών αλλά και την ασφάλεια και τον πλούτο στην παρούσα ζωή. Ποιος τα λέγει  αυτά;  Ο  ίδιος  ο  Κύριος  που  τα  δίνει.  Γιατί,  λέγει,  όποιος  έδωσε  τα υπάρχοντά του στους φτωχούς, θα πάρει εκατό φορές περισσότερα στη ζωή αυτή και θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή (Ματθ. 19, 29). Βλέπεις πως οι αμοιβές και στη μία ζωή και στην άλλη ζωή δίνονται πολύ πλούσιες;

…Και εγώ, επειδή βλέπω να δέχεστε με πολλή προθυμία πάντοτε τους λόγους για την ελεημοσύνη, γι’ αυτό ακριβώς πιο συχνά σας προτρέπω γι’ αυτήν. Οι φτωχοί είναι γιατροί των ψυχών μας, ευεργέτες και προστάτες, γιατί δεν δίνεις τόσο, όσο παίρνεις. Δίνεις χρήματα και παίρνεις τη βασιλεία των ουρανών, ανακουφίζοντας τη φτώχεια και συμφιλιώνεις τον Κύριον  με τον εαυτό  σου. Βλέπεις ότι δεν είναι ίση η ανταπόδοση; Αυτά είναι στη γη, εκείνα στον ουρανό. Αυτά χάνονται, εκείνα παραμένουν. Αυτά καταστρέφονται, εκείνα δεν παθαίνουν καμιά φθορά. Γι’ αυτό το λόγο και οι πατέρες μας έστησαν τους φτωχούς μπροστά στις πόρτες των ναών για να υπενθυμίζει η όψη τους την ελεημοσύνη και στον πιο αδιάφορο και στον πιο απάνθρωπο.

…Γιατί, όταν στέκονται πολλοί γέροντες, κυρτωμένοι, ρακένδυτοι, αιχμάλωτοι, ακάθαρτοι, κρατώντας βακτηρίες, που μόλις μπορούν να στηρίζονται και πολλές φορές χωρίς μάτια και ανάπηροι σε όλο το σώμα, ποιος είναι τόσο αναίσθητος, τόσο σκληρός, ώστε να αντισταθεί και στην ηλικία και στην αρρώστια και στην αναπηρία και στην φτώχεια και στη φθαρμένη ενδυμασία και σε όλα γενικά που τον προκαλούν για συμπάθεια και να μείνει ασυγκίνητος μπροστά σε όλα αυτά; Γι’ αυτό στέκονται μπροστά στις πόρτες μας πιο δυνατοί από κάθε λόγο και με την εμφάνισή τους προσελκύουν την προσοχή μας και καλούν για φιλανθρωπία αυτούς που εισέρχονται στο ναό.

…Γιατί ούτε η φύση του νερού καθαρίζει τόσο πολύ τις κηλίδες του σώματος, όσο η δύναμη της ελεημοσύνης καθαρίζει το ρύπο της ψυχής. Όπως λοιπόν δεν τολμάς με άπλυτα χέρια να μπεις και να προσευχηθείς παρ’ όλο που το παράπτωμα αυτό είναι μικρότερο, έτσι χωρίς ελεημοσύνη να μην έρθεις ποτέ για προσευχή. Και βέβαια πολλές φορές αν και έχουμε καθαρά χέρια δεν τα σηκώνουμε για προσευχή, αν δεν τα πλύνουμε πρώτα με νερό. Αυτό ας κάνουμε και στην ελεημοσύνη. Και αν, ακόμη δεν καταλογίζουμε κανένα μεγάλο αμάρτημα στον εαυτό μας, όμως ας καθαρίζουμε τη συνείδησή μας με την ελεημοσύνη.

…Φωτιά είναι η προσευχή και προπάντων όταν αναπέμπεται από νηφάλια και φλογισμένη ψυχή. Αλλά η φωτιά αυτή χρειάζεται και λάδι για να αγγίξεις τις ουράνιες αψίδες. Και λάδι της φωτιάς αυτής δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ελεημοσύνη. Χύνε λοιπόν το λάδι άφθονο, για να αισθάνεσαι χαρά για το κατόρθωμά σου και να κάνεις τις προσευχές σου και με περισσότερο θάρρος και μεγαλύτερη προθυμία. Γιατί όπως εκείνοι, που δεν έκαναν κανένα καλό, δεν

μπορούν να προσευχηθούν με θάρρος, έτσι αυτοί που κατόρθωσαν κάτι και έρχονται ύστερα από τη δίκαια αυτή πράξη να προσευχηθούν, γεμάτοι χαρά από την ανάμνηση του κατορθώματος κάνουν την προσευχή τους με περισσότερη προθυμία.

…Αλλά μην προσπεράσεις επιπόλαια αυτό που λέχθηκε. Γιατί το «με είδατε πεινασμένο και με θρέψατε», επιβάλλει τέσσερες ανάγκες για ελεημοσύνη. Την αξιοπιστία εκείνου που ζητάει, γιατί ο Κύριος είναι αυτός που ζητάει. Την επείγουσα ανάγκη, γιατί πεινάει. Την ευκολία της προσφοράς, γιατί θέλει να τραφεί και ζητάει μόνο ψωμί και όχι καλοπέραση. Το μέγεθος της δωρεάς, γιατί υπόσχεται την βασιλεία γι’ αυτά τα ασήμαντα πράγματα. Είσαι απάνθρωπος και σκληρός και άσπλαχνος; Σεβάσου, λέει το αξίωμα αυτού που ζητάει. Μήπως δεν σε συγκινεί το αξίωμα; Λύγισε μπροστά στη συμφορά. Αλλά ούτε η συμφορά σε  λυγίζει  για  ελεημοσύνη;  Δώσε  γιατί  είναι  εύκολη  η  ικανοποίηση  του αιτήματός του. Ούτε το αξίωμα, ούτε η επείγουσα ανάγκη, ούτε η ευκολία της συμφοράς μπορεί να σε πείσει; Τουλάχιστον δώσε σ’ αυτόν που έχει ανάγκη για το μέγεθος των  αναγκών  που  σου  υποσχέθηκε. Βλέπεις  τέσσερες  αιτίες  που μπορούν να συγκινήσουν ακόμη και την πέτρα και το μικροπρεπή και τον αλαζόνα και τον άσπλαχνο και τον πιο νωθρό απ’ όλους τους ανθρώπους; Ποια συγνώμη, λοιπόν, θα έχουν εκείνοι που ύστερα από τόση παραίνεση και συμβουλή περιφρονούν εκείνους που έχουν ανάγκη;

…Ας μη νομίζουμε λοιπόν ότι ελαττώνεται η περιουσία μας, όταν δίνουμε ελεημοσύνη. Γιατί δεν ελαττώνεται αλλά αυξάνεται. Δεν ξοδεύεται αλλά περισσεύει, και αυτό που γίνεται είναι ένα είδος εμπορίας και σποράς. Ή καλύτερα είναι πιο επικερδέστερο και πιο ασφαλέστερο και από τα δύο αυτά. Γιατί η εμπορία εξαρτάται από τους ανέμους και τα κύματα της θάλασσας και από ναυάγια πολλά, και η σπορά επίσης από ξηρασίες και πλημμύρες και από καιρικές ανωμαλίες, ενώ τα χρήματα που κατατίθενται στο χέρι του Χριστού είναι  πάνω  από  κάθε  επιβουλή.  Κανείς  δεν  μπορεί  να  αρπάξει  από  το  χέρι εκείνου που έλαβε εκείνα που δόθηκαν μια φορά, αλλά μένουν και μας εξασφαλίζουν πολύ και ανέκφραστο τον καρπό και φέρνουν πλούσιο το θερισμό στον κατάλληλο καιρό. «Εκείνός που σπέρνει με οικονομία», λέγει, «θα θερίσει και με οικονομία, και εκείνος που σπέρνει με αφθονία, θα θερίσει και με αφθονία» (Β΄ Κορ. 9, 6).

…Και αν θέλεις, ας εισαγάγουμε τον μεγάλο αθλητή της υπομονής (Ιώβ) που έλαμψε  και  με  τα  δύο   αυτά   (κατορθώματα-παθήματα),  το   διαμάντι,  την πολύτιμη πέτρα, που έζησε βέβαια στην Αυσίτιδα χώρα, αλλά φώτισε όλη την οικουμένη με την υπερβολή της αρετής του. Και ας πούμε τα κατορθώματα και τα παθήματα του για να μάθεις με τι έλαμψε περισσότερο. Ποια, λοιπόν, είναι τα κατορθώματα του; «Η οικία μου», λέγει, «ήταν ανοικτή σε κάθε επισκέπτη κι’ ήταν κοινό λιμάνι στους οδοιπόρους» (Ιώβ 31, 32). Και είχε όλα σχεδόν τα αγαθά του για εκείνους που είχαν ανάγκη. «Διότι εγώ ήμουν», λέγει «ο οφθαλμός των τυφλών, το πόδι των χωλών». Εγώ ήμουν ο πατέρας των αδυνάτων, εξεχνίασα υπόθεση που δεν γνώριζα, συνέτριψα τα σιαγόνια των αδίκων και άρπαξα την λεία μέσα από τα δόντια τους. Οι αδύνατοι όμως, όποια ανάγκη κι’ αν είχαν, δεν

απέτυχαν, ούτε βγήκε κανείς από τη θύρα μου με αδειανά τα χέρια του» (Ιώβ 29,
15-17. 31,16).

Είδες τα διαφορετικά είδη φιλανθρωπίας και ποικίλα λιμάνια της ελεημοσύνης και με όλα αυτός να βοηθεί τους αδικημένους; Είδες να βοηθεί τη φτώχεια, να υποστηρίζει τη χήρα, να αντιστέκεται σε εκείνους που αδικούσαν, να είναι φοβερός στους υβριστές; Πράγματι δεν έδειχνε φροντίδα μόνο για τη συμπαράσταση και τη συμμαχία (αυτό είναι έργο των πολλών), αλλά και για να φέρει το πράγμα ως το τέλος του και μάλιστα με πολλή σφοδρότητα. Διότι, λέγει
, «συνέτριψα τα σιαγόνια των αδίκων», παρατάσσοντας την πρόνοιά του όχι μόνο   σε   προσβολές   ανθρώπων,   αλλά   και   σε   επιβουλές   της   φύσεως, διορθώνοντας τα αμαρτήματά της με την αποτελεσματική του βοήθεια. Επειδή δηλαδή δεν μπορούσε να τους αποδώσει τα μέλη τους, στους τυφλούς τα μάτια, στους χωλούς τα πόδια, γινόταν ο ίδιος αντικαταστάτης των μελών και δι’ αυτού έβλεπαν οι τυφλωμένοι στα μάτια και βάδιζαν εκείνοι που είχαν κομμένα τα σκέλη. Τι θα μπορούσε να εξισωθεί μ’ αυτή του τη φιλανθρωπία.
ΒΙΒΛΙΟΚΑΛΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
Από την ιστοσελίδα: www.geocities.com/bibliokalia


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου