Η ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΕΔΙΚΑΣΕΝ ΤΗΝ ΝΕΟΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΚΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ ΑΠΟ ΤΗΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΩΣ ΤΗΣ
Αι, περί καταδίκης τής Νεοεικονομαχίας, θέσεις και πράξεις τής Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, καταχωρούνται εις την συνέχειαν, συντόμως και περιληπτικώς προς ενημέρωσιν τών ενδιαφερομένων, αλλά και διά τήν ιστορίαν, επειδή οι αιρετικοί αυτοί, διατείνονται και διαδίδουν, ότι «δέν υπήρξεν εικονομαχία, ούτε εικονομάχοι».
Ιδού, λοιπόν, ωρισμέναι από τάς ενεργείας τής Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, τάς οποίας έχει καταγράψει η αδιάψευστος Ιστορία.
1) Εις τό περιοδικόν «Κ.Γ.Ο.» τού μηνός Οκτωβρίου 1977, και εις τό άρθρον τό αναφερόμενον εις τήν καθαίρεσιν τού πρώην Επισκόπου Κορινθίας Καλλίστου, έχει γραφή, ότι ο πρώτος λόγος καθαιρέσεώς του, ήτο: «Επί καταστροφή τής εικόνος τής Αγίας Τριάδος».
2) Εις τό περιοδικόν «Κ.Γ.Ο.», Ιανουάριος 1978, δημοσιεύεται η εικών τής Αγίας Τριάδος και δισέλιδον άρθρον υπέρ αυτής, μέ τίτλον: «ΔΙΑΤΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΟΥΝ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ;». Χαρακτηρίζεται δέ, η κίνησις αυτή, εις τήν Μονήν Ταξιαρχών Αθηκίων Κορινθίας, ως «...εικονομαχική στάσις (=επανάστασις)...πλάνη, κ.λπ.» Εν συνεχεία, παρατίθεται, η εκ τού Ι. Πηδαλίου, γνώμη τού Αγίου Νικοδήμου (Πηδαλ. Σελ. 320).
3) Εις τό περιοδικόν «Κ.Γ.Ο.», Μάρτιος 1978, δημοσιεύεται απάντησις, εις τήν οποίαν, εκ σαφεστάτων μαρτυριών, αποδεικνύεται, ότι η εικών τής Αγίας Τριάδος, υπάρχει από τόν 10ο αιώνα, καθώς καί όσα η Αγία Γραφή αναφέρει περί Θεού σωματικώς, είναι εικόνες, τύποι καί σύμβολα, (Ιωαν. Δαμασκ., Βιβλ. Α’ Περί Ορθοδόξου Πίστεως).
4) Απόφασιν τής Ιεράς Συνόδου, Πρακτικόν 91/24.11.1983. διά τής οποίας καθορίζεται, ότι αι αμφισβητούμεναι υπό τών εικονομάχων εικόνες, προσκυνούνται, καθώς έχομεν παράδοσιν μέχρι σήμερον.
5) Τήν ιστορικήν απόφασιν, τής Ιεράς Συνόδου τής Ιεραρχίας τών Γ.Ο.Χ. Ελλάδος, κατά τήν 19.9.1991, διά τής οποίας διακηρύσσει, ότι εμμένει εις τάς μέχρι σήμερον παραδοθείσας ιεράς εικόνας καί προτρέπει νά προσκυνούνται αδιακρίτως αι, βυζαντινής ή κλασσικής τεχνοτροπίας, τοιαύται, ιδιαιτέρως δέ, αι υπό τών εικονομάχων χαρακτηριζόμεναι ως αιρετικαί, όπως η Αγία Τριάς, η Ανάστασις τού Χριστού εκ τού Τάφου καί αι λοιπαί. Η απόφασις αύτη επικαλείται τό Πρακτικόν 91/24.11.83).
6) Τήν σηματικήν Απόφασιν, τής Γενικής Πανελλαδικής Συνελεύσεως, τού Ι. Φιλανθρ. Συνδέσμου Κληρικών τής Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ελλάδος, κατά τήν 30-10-1991, δι ής εγένετο ομοφώνως αποδεκτή, η Ιστορική Απόφασις τής Ιεραρχίας, τήν 19-9-1991 καί μάλιστα υπεγράφη υφ’ όλων τών μελών. Βλέπε σχετικόν Πρακτικόν (2546/24-10-91)
7) Τήν Α’ Ποιμαντορικήν Εγκύκλιον, τής Ι. Συνόδου τής Ιεραρχίας τής Γνησίας Ορθοδ. Εκκλησίας, υπ’ αριθμ. 2566/23.1.1992, δι’ ής καθορίζεται, οριστικώς, η θέσις τής Εκκλησίας περί όλων τών αμφισβητουμένων εικόνων, εξ αιτίας τών αιρετικών συγγραμμάτων, τά οποία εδημοσίευσαν κληρικοί καί μοναχοί τού πρώην Αρχιεπισκόπου Ανδρέου.
8) Τήν απόφασιν τής Ι. Συνόδου τής Ιεραρχίας τής Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, ΠΡΑΚΤΙΚΟΝ τής 19.8.1992, εις τήν οποίαν τονίζεται ότι, «ο σάλος ο οποίος ταράσσει τήν Εκκλησίαν προέρχεται από τήν Νεοεικονομαχικήν αίρεσιν» καί ακόμη ότι: «αι φήμαι περί ανατροπής τού Αρχιεπισκόπου οποθενδήποτε προέρχονται, είτε από κληρικούς, ή μοναχούς είτε από λαϊκούς, εϊναι σατανική διαβολή πρός διάσπασιν τής ενότητος τής Ιεραρχίας...».
9) Τόν αφορισμόν, ο οποίος υπεγράγη τήν 22.10.92 υφ’ όλης τής Ι. Συνόδου τής Ιεραρχίας, εναντίον αυτών οι οποίοι διέδιδον καί διαδίδουν ανωνύμως, ότι δέν υπάρχη θέμα εικόνων, αλλά θέμα ανατροπής τού Αρχιεπισκόπου.
10) Τήν Β’ Ποιμαντροικήν Ιστορικήν Εγκύκλιον, υπ’ αριθμ. 2660/26.2.1993, τής Ιεράς Συνόδου τής Ιεραρχίας. Δι’ αυτής κατακικάζονται καί αναθεματίζονται όλα τά αιρετικά συγγράμματα, φυλλάδια καί λοιπά έντυπα, τά αιρετικά συγγράμματα, φυλλάδια καί λοιπά έντυπα, τά οποία εκυκλοφόρησαν κατά τήν τελευταίαν 20ετίαν, είτε από μέλη τής Εκκλησίας τών Γ.Ο.Χ., είτε εκτός Αυτής, υβρίζοντα τάς εν λόγβ Ι. Εικόνας, ή αμφισβητούντα αυτάς, καθ’ οιονδήποτε τρόπον.
11) Τό Φθινόπωρον τού 1993, ο πρώην Πειραιώς Νικόλαος εκδίδει βιβλίον περί τών Αγίων Εικόνων, τό οποίον προλογίζουν ο πρώην Αρχιεπ. Ανδρέας μετά τού Κυρύκου Κοντογιάννη. Εις τό βιβλίον αυτό καί εις τήν σελίδαν (10) χαρακτηρίζεται η κίνησις αυτή, ως εικονομαχική στάσις, (δηλ. Εικονομαχική επανάστασις, κατά τών Αγίων Εικόνων...). Παρόμοια αναφέρουν εις τους Προλόγους των καί, ο τοτέ Αρχιεπ. Ανδρέας, καθώς καί ο Κήρυκος Κοντογιάννης. Τοιουτοτρόπως μόνοι των μαρτυρούν, ότι υπήρξε καί υπάρχει Νεοεικονομαχική αίρεσις.
12) Τάς αποφάσεις τής Ι. Σνόδου τής Ιεραρχίας, διά τών οποίων οι αιρετικοί Ιερομ. Αμφιλόχιος καί Κασσιανός, παραπέμπονται εις Συνοκικόν Δικαστήριον καί επιβάλλεται εις αυτούς αργία επ’ αόριστον από πάσης ιεροπραξίας καί εντέλλονται οι ιερείς νά μη μεταδίδουν τά Θεία Μυστήρια, εις τούς έχοντας επικοινωνία μετά τών ανωτέρω αιρετικών Ιερομόναχων. Αι εν λόγω Αποφάσεις τής Ιεραρχίας υπεγράφησαν εις τά πρακτικά 1) 2706/3.12.93, διότι οι κληρικοί αυτοί επέμειναν εις τάς αιρετικάς θεωρίας των, πιστεύοντας ότι τά συγγράμματά των, τά κατά τών Ιερών Εικόνων, είναι ορθόδοξα καί απεκήρυξαν τήν Σύνοδον ως αιρετικήν.
13) Τήν Διευκρίνισιν – Απόφασιν τής Ιεράς Συνόδου, κατά τήν 22.10.93, εις τήν οποίαν τονίζεται, ότι διά τής Β’ Ποιμαντορικής Ιστορικής Εγκυκλίου, υπ’ αρ. 2660/26.2.93, κατεδικάσθη καί ανεθεματίσθη η Νεοεικονομαχική Αίρεσις. Ακόμη τονίζεται, ότι δέν υπήρξεν σχέδιον ανατροπής τού Αρχιεπισκόπου καί ότι ο Ε. Γκουτζίδης είναι ο εγκέφαλος τού βδελυρού μηχανισμού καί τού επεβλήθη ο Κανονισμός, νά απέχη τού λοιπού τής Θείας Κοινωνίας καί απηγορεύθη εις αυτόν, νά κηρύττη εις τούς Ι. Ναούς.
14) Τάς Συνοδικάς αποφάσεις τής Ιεραρχίας, αι οποίαι κατεδίκασαν τήν εν λόγω αίρεσιν καί έτυχον τής αμέσου αποδοχής από ολόκληρον τό πλήρωμα τών Ορθοδόξων κλήρον καί λαόν. Ορισμένοι εξ αυτών κληρικοί, μοναχοί ή λαϊκοί, εδημοσίευσαν μελέτας καί κριτικάς, εναντίον τών αιρετικών συγγραμμάτων, αποδεικνύοντες μέ συντριπτικά επιχειρήματα Αγιογραφικά καί Αγιοπατερικά, τήν σατανικήν πλάνην τής Νεοεικονομαχίας.
15) Σύσσωμος ο μοναχισμός τού Αγίου Όρους, πολλάκις εγγράφως κατεδίκασεν τήν κίνησιν αυτήν, χαρακτηρίζων αυτήν ως Νεοεικονομαχικήν Αίρεσιν καί μέ τά συγγράμματά του διεφώτισεν τό Ορθόδοξον Πλήρωμα.
16) Τέλος, ολόκληρον τό πλήρωμα τής Εκκλησίας τών Γ.Ο.Χ. κλήρος καί λαός καί Ιεραί Μοναί αντέδρασαν ακαριαίως καί κατεδίκασαν τήν αίρεσιν ταύτην.
Οι μόνοι οι οποίοι έμειναν αμετανόητοι, όπως ο διάβολος, είναι οι αρχηγοί τής αιρέσεως, οι οποίοι ενώ διακηρύσσουν ότι είναι Ορθόδοξα τά κείμενά των, τά απορρίπτοντα τάς Ι. Εικόνας, υποκριτικώς λέγουν, (επειδή φοβούνται τόν λαόν), ότι δέχονται καί προσκυνούν αυτάς.
17) Τήν Κυριακήν 31ην Ιανουαρίου 1994, κατά τήν Λειτουργίαν, ανετέθη υπό τού τότε Αρχ/που Ανδρέου, εις τόν Ιερομ. Νεόφυτον Τσακίρογλου, νά ομιλήση εναντίον τού Σεβ/του Μεσσηνίας κ. Γρηγορίου, με σκοπόν νά συμπαρασύρη τό Εκκλησίασμα, εναντίον τού επισκόπου. Τούτο απέβλεπεν, εις τό νά δικαιολογήση τήν άρνησίν του, νά προσέλθη εις τήν ιεραρχίαν. Παρά ταύτα όμως ο πιστός λαός ομοφώνως, αντέδρασεν, διέκοψε τόν αμιλητήν καί ηξίωσεν από τόν Ανδρέαν νά προσέλθη, οπωσδήποτε εις τήν Σύνοδον, πρός λύσιν τών προβλημάτων. Αυτός ηναγκάσθη νά συμφωνήση, πλήν όμως δέν επραγματοποίησεν σύγκλησιν Συνόδου, αλλά παράνομον καί αντισυνοδικόν Συλλείτουργον.
18) Η Ιερά Μονή Ευαγγελισμού – Παναγουλάκη Καλαμών, τού Σεβ/του Μεσσηνίας κ. Γρηγορίου, μέ φυλλάδιόν της «ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ – ΑΝΑΦΟΡΑ» Μάρτιος 1994, κατεδίκασεν καί ανεθεμάτισεν τήν Αίρεσιν τής Νεοεικονομαχίας καί τούς Νεοεικονομάχους.
19) Τάς ομοφώνους αποφάσεις τών Ορθοδόξων Μοναχών τού Αγίου Όρους, οι οποίοι διακηρύσσουν, ότι αποδέχονται ως Ορθοδόξους τάς Αποφάσεις τής Ιεράς Συνόδου τής Ιεραρχίας, περί καταδίκης τής Νεοεικονομαχικής Αιρέσεως καί ιδιαιτέρως τάς δύο ιστορικάς Εγκυκλίους, υπ’ αριθ. 2566/23.1.92 καί 2660/26.2.93.
Αι διακηρύξεις αυταί, εδημοσιεύθησαν εις δεκάδες φυλλάδια, εκ τών οποίων αναφέρομεν τά:
1. «Απαραιτητον καί επιβεβλημένον αίτημα τών Γ.Ο.Χ.» ‘Αγιον Όρος, ‘Ανοιξις 1995.
2. «Καταδίκη τού νεοσυστάτου Ανδερεϊκού Νεοεικονομαχικού σχίσματος». ‘Αγιον Όρος 8.9.95.
20) Τήν Κυριακήν τής Ορθοδοξίας (27.9.95) ο Σεβ/τος Μεσσηνίας, εις τήν Ι. Μονήν Ευαγγελισμού Καλαμών, μετά τήν ανάγνοσιν τού Συνοδικού τής Ορθοδοξίας, κατεδίκασεν καί ανεθεμάτισεν τήν αίρεσιν τής Νεοεικονομαχίας καί ονομαστικώς τούς πρώτους Αιρεσιάρχας: Κασσιανόν, Αμφιλόχιον, Χρυσάφιον, Ε. Γκουτζίδην, Μάχιμον, Στέφανον, Νεόφυτον καί Κήρυκον, δι’ εγγράφου, τό οποίον ανεγνώσθη ενώπιον κλήρου καί λαού καί φέρει τήν επιγραφήν, «ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΘΕΜΑΤΙΣΜΟΜΣ ΤΗΣ ΝΕΟΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΚΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ», 27.2.95.
21) Τήν Κυριακήν τής Ορθοδοξίας 27.2.95 ο Σεβ/τος Κοζάνης κ. Τίτος, εις τό τέλος τής Θείας Λειτουργίας καί μετά τό πέρας τής περιφοράς τών Αγίων Εικόνων, ωμιλήσας καταλλήλως, κατεδίκασεν καί ανεθεμάτισεν τήν αίρεσιν τής Νεοεικονομαχίας. Εν συνεχεία ενώπιον κλήρου καί λαού, κατέκαυσεν τά συγγράμματα τών Νεοεικονομάχων, παραδώσας αυτά εις τό πύρ καί τό αιώνιον ανάθεμα.
22) Τήν Κυριακήν τής Ορθοδοξίας (19.2.96), ο Σεβ/τος Θεσς/νίκης κ. Χρυσόστομος ωμιλήσας σχετικώς περί τής Εορτής, ανεφέρθη καί εις τήν αίρεσιν τής Νεοεικονομαχίας καί ενώπιον κλήρου καί λαού, ανεθεμάτισεν καί κατέκαυσεν τά αιρετικά συγγράμματα αυτών, αντιφωνούντος τού λαού ΑΝΑΘΕΜΑ.
23) Παρόμοιαι αντιδράσεις, συνέβησαν καί εις άλλας Μητροπόλεις καί ενορίας τής Ελλάδος, κατά τής Αιρέσεως ταύτης, όπως εις Πάτραν κ.λπ.
Τά ανωτέρω, αποτελούν ελάχιστον μόνο δείγμα, τής επί 20ετίαν αντιδράσεως καί καταδίκης κατά τής Νεοεικονομαχίας από τήν Ιεράν Σύνοδον, τόν κατώτερον Κλήρον, τά μοναχικά τάγματα καί τόν πιστόν λαόν, τόν φύλακα τής Ορθοδόξου Πίστεως.,
Πάντα ταύτα, πρός απόδειξιν κατά τών αιρετικών, ότι υπήρξεν η Νεοεικονομαχία καί Εικονομάχοι.
Σημείωσις: Αποτελεί παράδοσιν εις τήν Εκκλησίαν, η ρήψις τών αιρετικών συγγραμμάτων εις τό πύρ. Παραδείγματα αναφέρονται από αρχαιοτάτων χρόνων, όπως συνέβη μέ τά συγγράμματα τών αιρετικών Νεστορίου, Σεβήρου, τού Ουμβέρτου τό έγγραφον υπό τού Πατρ. Μιχαήλ Κυρουλαρίου, καθώς καί τών Βαρλαάμ καί Ακινδύνου κ.λπ. (βλ. Πηδάλιον 60ος Κανών Αγ. Αποστόλων καί σημειώσεις).
ΤΑ ΑΙΡΕΤΙΚΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ
ΤΩΝ ΝΕΟΕΙΚΟΝΟΜΑΧΩΝ
ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΕΔΙΚΑΣΕΝ ΚΑΙ ΑΝΕΘΕΜΑΤΙΣΕΝ Η
ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Τά, υπό τής Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, καταδικασθέντα καί αναθεματισθέντα αιρετικά συγγράμματα, είναι κατά χρονολογικήν σειράν από τής εμφανίσεώς των:
1) «Μελέτη ενορίας Αγ. Ιωάννου Θεολόγου», Θεσσαλονίκη 1976, τού Αλεξ. Καλομοίρου.
2) «Η εικονογραφική παρουσίαση τού Θεού Πατέρα», τού Ιερομον. Κασσιανού Μπράου, Αθήναι 1989.
3) Μελέτη τού Ιερομον. Αμφιλοχίου Ταμπουρά, Ιούνιος 1990.
4) «Απαγορευμένες απεικονίσεις», τού Γ. Γαβριήλ, Θεσς/νίκη 1990.
5) «Περί Εικονογραφίας», τού μον. Χρυσαφίου, Άνοιξις 1990, καθώς καί εικονομαχικαί επιστολαί αυτού.
6) «Περί τού Παλαιού τών ημερών εις τό όραμα τού προφήτου Δανιήλ», τού Κασσιανού Μπράου, 3.10.1991.
7) Τεύχη, Υπομνήματα, φυλλάδια καί επιστολαί τού Ελευθ. Γκουτζίδη σχετικά μέ τήν Νεοεικονομαχίαν, κατά τήν πενταετίαν 1990-95.
8) Επιστολαί καί Πόρισμα τού αιρεσιάρχου Μαξίμου Τσακίρογλου.
9) Επιστολαί, γνωμαδοτήσεις καί πόρισμα, τών Στεφάνου καί Νεοφύτου αδελφών Τσακίρογλου.
10) Γνωμοδότησις καί απιστολαί, τού Ευσταθίου Τουρλή.
11) Γνωμοδοτήσεις, ενστάσεις, γυλλάδις, επιστολαί καί πόρισμα, τού Κηρύκου Κοντογιάννη.
12) Επιστολαί, φυλλάδια, γνωμοδήησις καί πόρισμα, τού Δημητρίου Κάτσουρα.
13) Γνωμοδοτήσεις καί επιστολάς, εκτός τών ανωτέρω Αρχηγών καί Αιρεσιαρχών, εδημοσίευσαν καί άλλοι αντιγράφοντες αυτούς, ή υπογράφοντες τά έτοιμα κείμενα, τά οποία τούς έδιδον οι ανωτέρω αρχηγοί των, αιρεσιάρχαι Νεοεικονομάχοι.
Επλισης, εις τήν αυτήν καταδίκην καί τόν αναθεματισμόν, συμπεριλαμβάνονται καί όσοι έτεροι συνέγραψαν ή δημοσίευσαν παρομοίας αιρετικάς θεωρίας καί δέν περιήλθον εις γνώσιν τής Ιεράς Συνόδου τής Ιεραρχίας, διά νά συμπεριληφτούν φανερώς καί επισήμως μέ τούς ανωτέρω Νεοεικονομάχους.
ΔΙΑ ΤΙ ΕΠΕΒΛΗΘΗ Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΑΡΓΙΑ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΟΤΕ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΝ ΑΝΔΡΕΑΝ
1) Διότι, κατ’ επανάληψιν, ηρνείτο νά πειθαρχήση εις τάς αποφάσεις τής Ιεράς Συνόδου καί νά προσέλθη εις τήν Συνεδρίασιν.
2) Διότι, παρανόμως εματαίωσεν τήν Συνεδρίασιν τής Ιεραρχίας, τήν αποφασισθείσαν υπό τής Ι. Συνόδου, διά τήν 23ην καί 24ην Φεβρουαρίου 1994, άνευ ενημερώσεως καί εγκρίσεως τών Αρχιερέων τής Ι. Συνόδου.
3) Διότι, παρά τήν ρητήν άρνησιν, τής συντριπτικής πλειοψηφίας τής Ι. Συνόδου, ετέλεσεν τό Αντικανονικόν, παράνομον καί Αντισυνοδικόν συλλείτουργον κατά τήν 21ην Απριλίου 1994, διασπών, ούτω τήν ενότητα κλήρου καί λαού, πρός προώθησιν τής Νεοεικονομαχίας καί αμνήστευσιν τών αιρετικών.
4) Διότι, κατά τό αντισυνοδικόν συλλείτουργον, «συνεδρίασεν», χωρίς τήν παρουσία τών (5) Αρχιερέων, καί έλαβεν αποφάσεις, αγνοών τήν συντριπτικήν πλειοψηφίαν τής Ι. Συνόδου.
Εις τό Αντισυνοδικόν αυτό συλλείτουργον προέβη φατριαστικώς διότι δέν ηδύνατο νά αντιμετωπίση τάς εναντίον του κατηγορίας υπό τών Αρχιερέων διά τάς παρανομίας αυτού.
Τό παράνομον, αυτό συλλείτουργον, δέν ήτο έν απλό καί συνηθισμένο συλλείτουργον, αλλά μία ενορχηστωμένη ενέργεια, διά τή οποίας, δολιως καί υπούλοςς, θά εκαλύπτετο η Νεοεικονομαχική αίρεσις καί οι Νεοεικονομάχοι, διά τής «σιωπηράς», ή τής διά «βο’ης» συγκαταθέσεως τού λαού.
Τοιουτοτρόπως επραγματοποιήθη ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΚΑΙ ΣΧΙΣΜΑ υπ’ αυτών.
5) Διότι, επί μίαν πενταετίαν συνεδράιζεν όποτε ήθελεν καί εκαλούσεν εις τήν Διαρκή Ι. Σύνοδον μόνον τούς δύο επισκόπους, Νικόλαον καί Παχώμιον, μέ τούς οποίους καί τελικώς έκανε τό ΣΧΙΣΜΑ.
6) Κατεπάτησεν τόν όρον του Τόμου τού Οικουμ. Πατριαρχείου, τού 1850 ο οποίος ορίζει ότι κατ’ έτος πρέπει νά αλλάζουν τά Συνοδικά μέλη τής Διαρκούς Ι. Συνόδου.
7) Διότι, ηγνόησεν τάς υποδείζεις τών Αρχιερέων, οι οποίοι δι’επιστολών καί προσωπικών επισκέψεων τόν εκαλούσαν νά προσέλθη εις τήν Σύνοδον τής Ιεραρχίας.
8) Διότι, παρεκίνησεν κληρικούς του, νά γράψουν εναντίον τού Σεβ/του Μεσσηνίας ψεύδη ασήστολα καί ενώ εκαλείτο εις τήν Ι. Σύνοδον νά τά αποδείξη, ηρνείτο νά προσέλθη φοβούμενος κανονικάς κυρώσεις.
9) Διότι, ηρνείτο δι’ επιστολών του, ότι υπάρχη τό πρόβλημα τής Νεοεικονομαχικής Αιρέσεως, δία τό οποίον, εις Συνεδρίασεις Συνοδικάς, είχεν υπογράψει καί εις τά Πρακτικά, ότι είναι η αιτία τού σάλου, ο οποίος ταράσσει τήν Εκκλησίαν, (βλέπε Πρακτικόν 19-8-92, σελ. 121).
10) Διότι άν καί δέν είχε δικαίωμα, εδημοσίευσεν τό φυλλάδιον «ΠΟΝΟΥ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΑΣ» μαζί μέ τόν πρώην Περαιώς Νικόλαον καί τόν πρώην Αργολίδος Παχώμιον, γράφων ψευδώς, ότι δέν υπάρχει Εικονομαχία καί Εικονομάχοι.
Τό διακαίωμα όμως νά πληροφορή τό πλήρωμα τής Εκκλησίας έχει μόνον η Ι. Σύνοδος. Εκτός αυτού πολλαί αποφάσεις, εγκύκλιοι, καί πρακτικά τής Διαρκούς Ι. Συνόδου, καθώς καί τής Ιεραρχίας, τά οποία έχει υπογράψει καί εκείνος, βεβαιώνουν καί μαρτυρούν τό αντίθετο καί τόν διαψεύδουν κατηγορηματικώς.
11) Διότι, ενώ ολόκληρος η Ιεραρχία είχεν υπογράψει τήν ΚΑΤΑΔΙΚΗΝ καί τόν ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΟΝ τής Νεοεικονομαχικής Αιρέσεως, διά τής Ιστορικής Β’ Ποιμαντορικής Εγκυκλίου, υπ’ αριθμ. 2660/26-2-1993, ο ίδιος ανεκάλεσεν τήν υπογραφήν του από τήν εν λόγω Εγκύκλιον, μετά παρέλευσιν τριών μηνών, ίτοι τήν 28,5,93, χαρακτηρίζων τά αιρετικά συγγράμματα, ως ορθόδοξα!!!
Αυτή η πράξις του σημαίνει, ότι δέν πιστεύη, ότι εις τάς Ι. Συνόδους, εν Αγίω Πνεύματι συνεδριάζομεν καί συναποφασίζομεν. Τούτο είναι ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ κατά τού Αγίου Πνεύματος, όπως έχει γράψει καί ο ίδιος εις επιστολήν του αλλά καί πρωτάκουστον εις τά εκκλησιαστικά χρονικά.
Μέ τήν ανάκλησιν τής υπογραφής του, αμνιστεύει τούς αιρετικούς, καί διακηρύσσει τήν Νεοεικονομαχίαν, ως δόγμα ορθόδοξον, τό οποίον προσπαθεί νά επιβάλη εις τήν Εκκλησίαν.
12) Διότι, κατ’ επανάληψην εισεπήδησεν εις ξένας Μητροπολιτικάς δικαιοδοσίας, παρά τούς ιερούς κανόνας, οι οποίοι τό απαγορεύουν, επί ποινή ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΣ καί παρά τήν ρητήν άρνησιν τών οικείων Μητροπολιών καί ενήργησεν, είτε ο ίδιος είτε μέσω κληρικών τής δικαιοδοσίας του, επεμβαίνων διοικητικώς ή τελών Ιερά Μυστήρια, διασπών τήν ενότητα Ιεραρχίας και τών πιστών, μέ αποτέλεσμα νά επιφέρη σχίσμα εις τήν Ιεραρχίαν εις ενορίας, Ιεράς Μονάς καί οικογενείας καί ολόκληρον τόν λαόν, διαδίδων ότι δέν υπάρχη εικονομαχία καί εικονομάχοι, ενώ οι Μητροπολίται εκήρθττον, αντιθέτως, ότι υπάρχουν αμφότερα.
Αι αντικανονικαί εισπηδήσεις αυταί, έγιναν εις τήν Μητρόπολιν Σπάρτης, όπου ανέλαβεν τήν Τοποτηρητείαν αυθαιρέτως χωρίς απόφασιν τής Ι. Συνόδου.
Εις τήν Μητρόπολιν Κοζάνης έστελνε κληρικούς του καί τελούσαν Μυστήρια, παρά τήν ρητήν απαγόρευσιν τού οικείου Μητροπολίτου, Σεβ/του Κοζάνης κ. Τίτου.
Εις τήν Μητρόπολιν Θεσς/νίκης κατ’ επανάληψιν καί πολλάκις ετέλεσεν τό Μυστήριον τής Θείας Λειτουργίας, εις πανηγυρίζοντας Ι. Ναούς, καί εις Ι. Μονήν, παρά τήν απαγόρευσιν τού οικείου Μυτροπολίτου κ. Χρυσοστόμου καί τήν εν γνώσει του διατάραξιν τής ενότητος τών πιστών καί τήν δημιουργίαν ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ, διαφωνιών καί χειροδικιών μεταξύ τών ορθοδόξων.
Εις τήν Μητρόπολιν Λαρίσης ενήργησεν «διοικητικώς», αλλάσων επιτροπάς καί παρασύρων τούς πιστούς, υπέρ τού αιρετικού Αμφιλοχίου καί τών ομοφρόνων του.
Παρομοίως ενήργει καί εις άλλας Μητροπόλεις, επεμβαίνων αμέσως ή εμμέσως.
Αι πράξεις καί αι επεμβάσεις αυταί, εις ξένας δικαιοδοσίας είναι, ΚΑΤΑΦΩΡΟΣ ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΙΣ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ καί επιφέρουν, καί μόνον αυταί, άμεσον ΚΑΘΑΙΡΕΣΗΝ οισοσδήποτε καί άν είναι ο ενεργών, είτε Επίσκοπος, είτε Αρχιεπίσκοπος, είτε Μητροπολίτης, είτε Πατριάρχης.
13) Διότι, κατεφρόνησεν τήν Ανωτάτην του Εκκλησιαστικήν Αρχήν, ήτοι τή Ιεράν Σύνοδον, προσπαθών νά επιβλαλλη δικτατορικώς τό παπικόν καί μονοριχικόν συστημα διοικήσεως τού Βατικανού.
14) Διότι διά τών συμβούλων του, εμμέσως, πλήν σαφώς καί ουσιαστικώς, επέβαλεν τόν προτεσταντικόν τρόπον διακυβερνήσεως τής Εκκλησίας.
15) Διότι, ύβριζεν εις τάς επιστολάς του τούς Αρχιερείς μέ τούς χαρακτηρισμούς: προδότας, εφιάλτας, διαστροφείς, δυνάμεις τού σκότους, εχθρούς τής Εκκλησιάς, αποστάτας, πλάνους, εσκοτισμένους, διστρεφλωτάς πατερικών κειμένων, προβατοσχήμους λυκοποιμένας, βλασφήμους τής Εκκλησίας, παρασυναγώγους, μή έχοντας ομολογίαν πίστεως, πολεμίους τής Εκκλησίας τού Χριστού, καί άλλα τοιαύτα παρόμοια, (βλέπε βιβλίον τού πρώην Αρχιεπ. Ανδρέου: «Γνώσεσθε τήν Αλήθεια», Νοέμβριος 1994 σελ. 8,12).
16) Διότι, μή σεβόμενος τήν απόφασιν τής Ι. Συνόδου, έλυσε μόνος του τό επιτήμιον, κατά τού αιρετικού Ελευθ. Γκουτζίδη, διά τού οποίου τού απηγορεύετο νά κηρύττη εις τούς Ι. Ναούς καί νά κοινωνή.
17) Διότι, όπου περιήρχετο εις πόλεις καί χωριά, διέδιδεν, ότι δέν υπάρη εικονομαχία καί εικονομάχοι καί ότι αδίκως συκοφαντούν τούς Ιερείς του, οι οποίοι συνέργαψαν τά αιρετικά συγγράμματα.
18) Διότι, τό επίσημον περιοδικόν τής Ιεράς Συνόδου, τόν «Κ.Γ.Ο.», τό μετέτρεψεν εις όργανον τών Νεοεικονομάχων.
19) Διότι, εις τήν Γενικήν Πανελλαδικήν Συνέλευσιν τού Ιερού Συνδέσμου Κληρικών (Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε.Γ.Ο.Χ.) εδέχθη νά λάβουν μέρος δύο αιρετικοί, ο Αμφιλόχιος καί ο Ελ. Γκουτζίδης, οι οποίοι είχον αποκηρύξει ως αιρετικούς, όλους τούς Αρχιερείς τής Ιεράς Συνόδου, εγγράφως καί δημοσίως καί αυτόν ακόμη τόν τότε Αρχιεπ. Ανδρέαν.
Καί ενώ η πλειοψηφία τής Ι. Συνόδου καί ο κλήρος τού υπέδειξαν νά τούς διαγράψη, αυτός ηρνήθη καί εδέχθη νά αποχωρήσουν διαμαρτυρόμενοι οι Αρχιερείς καί οι περισσότεροι κληρικοί, μετατρέπων, ούτω τό Σωματείον, εις όργανον τών αιρετικών, Υπερεκκλησίαν καί Υπερσύνοδον, καί επιβάλλων, τό αντίχριστον αιρετικόν προτεσταντικόν σύστημα διοικήσεως εις τήν Εκκλησίαν, κατά τό οποίον διοικούν λαϊκοί καί όχι η Ιερά Σύνοδος. Εν συνεχεία διέγραψεν από τόν Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε.Γ.Ο.Χ. τούς πέντε (5) Αρχιερείς καί τό ήμισυ τού κλήρου παρανόμως καί αντικανονικώς, δημιουργήσας ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ καί ΣΧΙΣΜΑ.
Ο αιρετικός καί πραξικοπηματικός αυτός τρόπος διοικήσεως, εδημιούργησεν σοβαρώτατον Εκκλησιολογικόν πρόβλημα, μέ αποτέλεσμα τήν επιβολήν ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΕΩΣ εις τήν Εκκλησίαν.
20) Διότι, εν αγνοία τής Ι. Συνόδου, μετέβη εις τό εξωτερικόν (Βουλγαρία) καί ενήργησεν εις ξένην δικαιοδοσίαν, πράξεις διοικητικάς, αι οποίαι απαγορεύονται υπό τών Ι. Κανόνων.
21) Διότι, προέβη εις προχείρησιν κληρικού ξένης επισκοπικής δικαιοδοσίας.
22) Διότι, ουσιαστικώς ο ίδιος ανέλαβεν τήν αρχηγίαν τής Νεοεικονομαχικής Αιρέσεως, καί τήν διέδιδεν, πρός επικράτησιν, αμνηστεύων τούς αιρετικούς συμβούλους του λαϊκούς, μοναχούς καί κληρικούς, οι οποίοι, εις περίοδον ειρήνης, εδημιούργησαν πόλεμον μέ τήν αίρεσιν ταύτην.
Τά δέ αιρετικά συγγράματά των τά διέδιδεν ο ίδιος καί οι σύμβουλοί του, ως ορθόδοξα, ενώ η Ιερά Σύνοδος τά είχε καταδικάσει καί αναθεματίσει.
23) Διότι, διέγραψεν από τόν Ιερόν Σύνδεσμον τήν πλειουηφία τής Ι. Συνόδου, πέντε αρχιερείς καί περισσοτέρους Κληρικούς καί εκίνησεν νομικάς διαδικασίας, διά νά εκδιώξη Αρχιερείς καί Ιερείς από τούς Ι. Ναούς των, μέ τήν απαίτησιν νά παραδώσουν κάθε περιουσιακόν στοιχείον, εντός 48 ωρών εις τό σωματείον.
24) Διότι, έσυρεν εις τά δικαστήρια Αρχιερείς καί Ιερείς, διά νά αρπάξη τούς ενοριακούς Ναούς των, τούς οποίους μέ ιδρώτα καί αγώνα έκτισαν καί έδωσαν εις τήν Εκκλησίαν.
25) Διότι, αι αντικανονικαί καί αιρετικαί αυταί ενέργειαι τιμωρούνται υπό τών κάτωθι Ι. Κανόνων:
1) Τών Αγίων Αποστόλων: 34, 35, 37, 60,καί 74.
2) Τόν 5ον τής Α’ οικουμ. Συνόδου.
3) Τόν 19ον τής Δ’ οικουμ. Συνόδου.
4) Τόν 8ον τής ΣΤ’ οικουμ. Συνόδου.
5) Τούς 26ον, 37ον, καί 104ον τής εν Καρθαγένη Συνόδου.
6) Τόν 40ον τής Λαοδικείας καί
7) Τούς όρους τού Τόμου τού 1850 τού Οικουμ. Πατριαρχείου.
26) Συνοπτικώς αι αντικανονικαί καί αιρετικαί ενέργειαι τού πρώην Αρχιεπ. Ανδρέου είναι:
α) Η δημιουργία καί διάδοσις τής Νεοεικονομαχικής Αιρέσεως, η οποία είχε καταδικασθή υπό τής Ιεράς Συνόδου καί από ολόκληρον τό πλήρωμα τής Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας.
β) Η κατάφωρος καταπάτησις πάσης εννοίας Εκκλησιαστικού καί Κανονικού Δικαίου, διά τής καταργήσεως τού Συνοδικού συστήματος διοικήσεως τής Εκκλησίας καί επιβολή τού μοναρχικού καί αιρετικού Παπικού τοιούτιου, ως άλλος Πάπας μέ νέον Βατικανόν εις τήν Ορθόδοξον Ελλάδαν.
γ) Αι εισπηδήσεις εις ξένας Μητροπολιτικάς δικαιοδοσίας, η τέλεσις Μυστηρίων καί ο διχασμός Μονών, ενοριών, οικογενειών καί τού πληρώματος τών πιστών.
δ) Η ανάδειξις ενός Σωματείου εις Υπερσύνοδον καί Υπερεκκλησίαν, μέ αποτέλεσμα τήν κατάργησιν τού ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ τής Εκκλησίας καί εφαρμογήν τού αιρετικού Προτεσταντικού καί Παπικού τοιούτου.
Διά τού δικτατορικού καί αντιχρίστου αυτού τρόπου διοικήσεως, καταργείται υπό τού Αρχιεπ. Ανδρέου βάναυσα ο δισχιλιετής Συνοδικός θεσμος διοικήσεως τής Εκκλησίας τού Χριστού, υπό ολοκλήρου τού σώματος τής Ι. Συνόδου τής Ιεραρχίας καί επιβάλλεται τό μοναρχικόν παπικόν σύστημα τού Βατικανού, μέ άλλον πάπαν εις τήν Ορθοδοξίαν, όπισθεν τού οποίου ευρίσκεται τό προτεσταντικόν «κογκλάβιον» λαϊκών, τό οποίον τόν κατευθύνη απολύτως.
ε) Τά αλλεπάλληλα ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΧΙΣΜΑΤΑ, ήτοι 1) Τήν ανάκλησιν τής υπογραφής του, 2) τό αντισυνοδικόν συλλείτουργον καί η φατριαστική συνεδρίασις εις αυτό. 3) Η διαγραφή τών Αρχιερέων, Ιερέων καί Διακόνων από τόν Ι. Φιλανθρωπικόν Σύνδεσμον χάριν τών αιρετικών Αμφιλοχίου καί Ελ. Γκουτζίδη τούς οποίους δέν εδέχθη νά διαγράψη κατά τήν υπόδειξιν τής Ι. Συνόδου.
27) Αι Ανωτέρω αντικανονικαί πράξεις, διά τών Θείων καί Ιερών Κανόνων, όπου προανεφέρθησαν, επιβάλλουν άμεσα τήν εσχάτην τών ποινών εις οιονδήποτε Ιερωμένον, όσον υψηλά καί εάν ευρίσκεται αυτός, ήτοι τήν Καθαίρεσιν καί απογύμνωσιν από παντός Ιερατικού βαθμού καί επαναφοράν αυτού εις τήν τάξιν τών μοναχών, ή τών λαϊκών.
Δι’ όλους τούς ανωτ΄ρω λόγους, η Ιερά Σύνοδος, οικονομίαν μετερχομένη καί επιθυμούσα νά δώση τήν τελευταίαν ευκαιρίαν εις τόν τότε Αρχιεπ. Ανδρέαν, όπως συνέλθη, μετανοήση καί επανέλθη, επέβαλεν εις αυτόν τήν προσωρινήν Αργίαν, διά τού υπ’ αρ. 95/10-5-1995 εγγράφου καλών αυτόν ενώπιον τής Ιεραρχίας όπως απολογηθή διά τάς παρανομίας αυτού.
Αυτός δέ αισθανόμενος ένοχος καί υπεύθηνος καί μή δυνάμενος νά αντιμετωπίση τήν κρίσιν τής Ι. Συνόδου, φευγοδικών προέβη καί εις άλλο ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ καί ΣΧΙΣΜΑ χειροτονήσας αντικανονικώς τούς ψευδεπισκόπους εν αγνοία καί ερήμην τής συντριπτικής πλειοψηφίας τής Ι. Συνόδου καταπατών βαναύσως κάθε Εκκλησιαστικόν καί Κανονικόν Δίκαιον.
Ούτω από πτώσιν εις πτώσιν παραπαίων πίστευε ότι θά διεύφευγε τήν κρίσιν τής Ι. Συνόδου καί τάς συνεπείας τών αφρόνων ενεργειόων του.
Η δέ προσωρινή ΑΡΓΙΑ ήτο τό Αρχαγγελικόν εκείνο «ΣΤΩΜΕΝ ΚΑΛΩΣ ΣΤΩΜΕΝ ΜΕΤΑ ΦΟΒΟΥ», μήπως καί ανανήψει τήν τελευταίαν στιγμήν καί λυτρωθή από τήν θανατηφόρον πτώσιν του.
Αλλά δυστυχώς «ο παράνομος Ιούδας ουκ ηβουλήθη συνιέναι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου