Ο Πατριάρχης Ιακώβ αποτρέπει τον αββά Ζωσιμά και από την απλή συγκατοίκησι με Μονοφυσίτη μοναχό.
Διηγήσεις από το Λειμωνάριο
Ο ΠΑΤΡΙΆΡΧΗΣ ΙΑΚΏΒ ΑΠΟΤΡΈΠΕΙ ΤΟΝ ΑΒΒΆ ΖΩΣΙΜΆ ΚΑΙ ΑΠΌ ΤΗΝ ΑΠΛΉ ΣΥΓΚΑΤΟΊΚΗΣΙ ΜΕ ΜΟΝΟΦΥΣΊΤΗ ΜΟΝΑΧΌ.
Πρόκειται για μια μαρτυρία και ένα παρόμοιο όραμα που είχε ο θεοφοβούμενος αββάς Ζωσιμάς. Ήταν ξένος και περιπλανώμενος με καθαρή ψυχή και ακέραιο χαρακτήρα. Αξιώθηκε μάλιστα να μονάσει κοντά στον σεβάσμιο Πέτρο και να κρατήσει ανόθευτη την πίστη του. Ο Ζωσιμάς αφού μόνασε στη Ραϊθού και στο όρος του Σινά με τους ορθοδόξους πατέρες, όπως μου διηγήθηκε, έφυγε από κει και ήρθε στα Ιεροσόλυμα.
Είχε αγαπήσει πολύ τον τρόπο ζωής σ’ αυτούς τους αγίους τόπους και πηγαινοερχόταν συνεχώς να βρει έναν τόπο ησυχίας.
Ήρθε λοιπόν στη Βαιθήλ, όπου ο πατριάρχης Ιακώβ είδε το όραμα με την Κλίμακα12, και απέκτησε τη συμπάθεια του μοναχού που φρόντιζε τον τόπο αυτόν. Ο μοναχός παρακαλούσε συνεχώς τον Ζωσιμά να μείνει κοντά του και υποσχόταν ότι θα του εξασφάλιζε μια ζηλευτή ησυχία. Τότε ο αββάς Ζωσιμάς του είπε με ειλικρίνεια ότι αυτό θα ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε κοινωνία με τους αποστάτες της Χαλκηδόνας13. Ο άλλος όμως επέμενε και του υποσχόταν ότι σ’ αυτό το ήσυχο μέρος δεν θα του δημιουργούσε κανένα πρόβλημα για το θέμα αυτό και του έλεγε. «Μείνε εδώ. Θα ψάλλεις μαζί μου και θα φροντίζεις τον τόπο αυτό».
Καθώς ο Ζωσιμάς είχε σχεδόν πειστεί από τις προτάσεις αυτές, είδε ένα βράδυ στον ύπνο του τον πατριάρχη Ιακώβ, κατάλευκο, σεβάσμιο και σκεπτικό, ντυμένον με μανδύα και ένα ραβδί στο χέρι να περιφέρεται σ’ εκείνα τα μέρη. Κάποια στιγμή τον πλησίασε και του είπε. «Πώς εσύ, που έχεις κοινωνία με τους ορθοδόξους, σκέπτεσαι να μονάσεις εδώ; Μην παραβείς την πίστη σου για μένα, αλλά γρήγορα φύγε μακριά από τους αποστάτες και δεν θα σου λείψουν ούτε τα αγαθά ούτε η ησυχία ούτε ό,τι σου είναι απαραίτητο».
Έφυγε και έτσι έμεινε μέχρι τέλος αμετακίνητος στα καλά έργα και την ορθόδοξη πίστη14.
12. βλ. Γεν. κη’ 10-22.
13. δηλαδή τους Αντιχαλκηδονίους.
14. Δημ. Τσάμη, Το Γεροντικόν του Σινά, Σιναϊτικά Κείμενα 1, Εκδόσεις Ι. Μονής του Θεοβαδίστου Όρους Σινά, Θεσσαλονίκη, 1988, σελ. 127-129
Άγγελος Κυρίου ζητά από έναν απλοϊκό γέροντα, που είχε
κοινωνία με τους Σεβηριανούς, να ξεκαθαρίση την πίστι του,
προτού πεθάνη.
Μας διηγήθηκε ο αββάς Γεώργιος ο πρεσβύτερος του κοινοβίου των Σχολαρίων ότι ησύχαζε στα Μονίδια ένας γέροντας πολύ φιλόπονος, ήταν όμως αφελής κατά την πίστη και μεταλάμβανε αδιάκριτα όπου έβρισκε. Μια μέρα λοιπόν του φανερώθηκε άγγελος Θεού και του είπε; «Πες μου, γέροντα, αν πεθάνεις, πώς θέλεις να σε ενταφιάσουμε; Όπως οι Αιγύπτιοι μοναχοί ενταφιάζουν, ή όπως οι Ιεροσολυμίτες;» Ο γέροντας τότε του αποκρίθηκε και του είπε: «Δεν ξέρω». Τότε του λέει ο άγγελος: «Σκέψου κι έρχομαι μετά τρεις βδο¬μάδες και μου λες». Πήγε τότε ο γέροντας σε κάποιον άλλο και του διηγήθηκε όσα άκουσε από τον άγγελο. Μόλις λοιπόν το άκουσε ο γέροντας, έμεινε εμβρόντητος από το άκουσμα. τον ατένισε για πολύ και του λέει, παρακινημένος από το Θεό: «Πού μεταλαμβάνεις τα άγια μυστήρια;» Αυτός αποκρίνεται και του λέει: «Όπου βρω». Τότε του λέει ο γέροντας: «Μην κρίνεις πια σωστό να κοινωνήσεις έξω από την αγία καθολική και αποστολική Εκκλησία, η οποία μνημονεύει τις τέσσερις άγιες συνόδους, της Νικαίας των 318 (Θεοφόρων Πατέρων), και της Κωνσταντινουπόλεως των 150 και της Εφέσου την πρώτη των 200 και της Χαλκηδόνος των 630. Κι όταν έρθει ο άγγελος, πες του: «Όπως οι Ιεροσολυμίτες θέλω». Μετά τρεις βδομάδες λοιπόν ήρθε ο άγγελος και λέει στο γέροντα: «Τί έγινε, γέροντα; Σκέφτηκες;» Τότε ο γέροντας του λέει: «Όπως οι Ιεροσολυμίτες θέλω». Του λέει ο άγγελος: «Καλά, καλά». Κι ευθύς παράδωσε την ψυχή. Κι όλο αυτό έγινε, για να μη χάσει τους κόπους του ο γέροντας και καταδικαστεί μαζί με τους αιρετικούς.(1)
1. Ιωάννου Μόσχου, Λειμωνάριον σ. 195-196
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου