Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

ΠΑΛΑΙΟΔΙΑΘΗΚΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΛΑΤΡΕΙΑΣ


ΠΑΛΑΙΟΔΙΑΘΗΚΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΛΑΤΡΕΙΑΣ


ΠΑΛΑΙΟΔΙΑΘΗΚΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΛΑΤΡΕΙΑΣ

Πρωτοπρεσβυτέρου π. Ἰωάννου Φωτοπούλου,
Ἐφημερίου Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Ἀττικῆς
 (Εἰσήγηση στὴν Ἡμερίδα, 12.02.2012:
«ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ – Ἀλήθεια καὶ Ψεύδη»)


    Ἡὀρθόδοξη λατρεία εἶναι ἡ ἀναπνοή τῆς Ἐκκλησίας.  Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ πραγματώνεται μέσα στήν θεία λατρεία. Ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τρέφονται καί ζωογονοῦνται διά τῆς θείας χάριτος πού παρέχεται μέσα στήν προσευχή τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως διαμορφώθηκε ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ὑπό τῶν ἁγίων Πατέρων μέ σεβασμό στήν προγενεστέρα αὐτῶν παράδοση.  Ὑπάρχει μιά συνέχεια τῆς λατρείας πού ἀναπτύσσεται χωρίς συγκρούσεις καί ἀντιπαραθέσεις ἀπό τήν παράδοση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας κατά τό Μυστικό Δεῖπνο καί τήν κλάση τοῦ ἄρτου καί τίς προσευχές στήν πρώτη ἐκκλησία μέχρι τά τυπικά τοῦ ἁγίου Σάββα τῆς Κων/πόλεως καί τοῦ Ἁγίου Ὄρους.  Θαυμαστή ἀρχή, ὑπέροχη συνέχεια, χωρίς κενά ὁλοκληρία. Γλῶσσα, ποίηση, μουσική θεολογία ἀνεπανάληπτη.
Ὅμως ἡ λατρεία αὐτή δέν παράγεται ἐκ τοῦ μηδενός. Ἡ ἁγία Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση καί εἰς τό πλῆρες φανέρωση τῆς ἐκκλησίας πού ἐν σκιᾷ ὑπάρχει κατά τήν Παλαιά Διαθήκη. Ἐκεῖ ἔχουμε τήν ἐκκλησία τοῦ Ἰσραήλ.  Αὐτή ἡ ἐκκλησία συνάγεται ἐνώπιον τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου(«ἑκκλησιάζεται»), ἐν μέσω τῆς ἐκκλησίας ἀναπέμπονται ὕμνοι (Ψαλμ. κα´ 22) ἐνώπιον αὐτῆς γίνεται ἡ χρίσις τῶν ἀρχιερέων (Λευϊτικό η´ 1-14) γίνεται ἡ ἀνάγνωση τοῦ νόμου («εἰς τά ὦτα πάσης ἐκκλησίας», Ἰησ. 9, 2f ). Ἡ ἐκκλησία προσφέρει, «ἀναφέρει» θυσίες καί ὁλοκαυτώματα πρός τόν Θεό (Β´Παρ. κθ´ 31-32). Τῆς ἐκκλησίας ἐξω προσευχομένης μέσα στά ἅγια τῶν ἁγίων ὁ Θεός ἀποκαλύπτει στόν Μωϋσῆ τή δόξα Του (Ἐξοδ. κε´ 1-8).  Ἡ λατρεία αὐτή τοῦ νόμου ἦταν θεόσδοτη, γιά τό λαό ὅμως τοῦ Ἰσραήλ. Ὅλες οἱ λατρευτικές λεπτομερεῖς διατάξεις, οἱ θυσίες καί οἱ ραντισμοί τοῦ αἵματος, οἱ καθαρμοί, ἡ ἀαρωνική ἱερωσύνη καί ὅλα τά τελούμενα ἦσαν τύποι καί προτυπώσεις τῆς μελλούσης ἀληθοῦς λατρείας, καλλιεργοῦσαν τήν ἐλπίδα τῆς ἀληθοῦς σωτηρίας καί λυτρώσεως.
Βλέπουμε ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός εἰσέρχεται στήν συναγωγή καί ἀναγινώσκει ἀπό τόν προφήτη Ἠσαΐα. Διαβάζουμε ἐπίσης  στό Εὐαγγέλιο ὅτι οἱ ἀπόστολοι «ἦσαν διαπαντός ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καί εὐλογοῦντες τόν Θεόν» (Λουκ.κδ´ 53) καί στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ὅτι οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καί Ἰωάννης «ἀνέβαινον είς τό ἱερόν ἐπί τήν ὥραν τῆς προσευχῆς τήν ἐνάτην» (Πράξ. γ´ 1).  Κοινωνοῦν λοιπόν κατ΄ἀρχάς οἱ πρῶτοι χριστιανοί στή λατρεία πού τελεῖται στό Ναό καί στή συναγωγή, ἀλλά τελοῦν ὡς ἡ Ἐκκλησία, ὡς τό Σῶμα Χριστοῦ τή Θεία Εὐχαριστία. Ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος : «ἔχομεν θυσιαστήριον ἐξ’οὗ φαγεῖν οὐκ ἔχουσιν ἐξουσίαν οἱ τῇ σκηνῇ λατρεύοντες»(Ἑβρ. ιγ´10).
Σταδιακῶς ὅμως ἡ Ἐκκλησία ἀποκόπτεται τελείως ἀπό τήν Συναγωγή, τήν «ξηρανθεῖσαν συκῆν», ἡ ὁποία ἀρνηθεῖσα τούς Προφῆτες καί τόν Χριστό ἀπέβη ἄκαρπη καί δαιμονική.  Λίγο –λίγο ἡ Συναγωγή ἀρνεῖται τό περιεχόμενο τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου καί μέσω τῆς ραββινικῆς-καμπαλλιστικῆς ἑρμηνείας τῆς Π.Δ. ἐκπίπτει στήν ἑβραϊκή μαγεία. Εἰς δέ τίς συνάξεις της, κατά τήν μαρτυρία τῶν ἁγίων Πατέρων  [1], ἀναθεματίζεται ὁ Χριστός καί οἱ χριστιανοί.  Πρέπει ἐδῶ νά εἰπωθεῖ ὅτι γιά τούς ἀνωτέρω λόγους  ἀπαγορεύεται στούς Ὀρθοδόξους κατά τούς ἱερούς Κανόνες ἡ εἴσοδος στή Συναγωγή καί πολλῷ μᾶλλον ἡ συμμετοχή τους στό τελετουργικό της[2]. Ὁ Ἑβραϊσμός δέν εἶναι πλέον, ὅπως  κακῶς λέγεται, «ἀβρααμική πίστις». Οἱ Φαρισαῖοι καί τό σάπιο θρησκευτικό κατεστημένο δέν εἶναι τέκνα τοῦ Ἀβραάμ ἀφοῦ ὁ Κύριος τούς ἀπευθύνει τόν σκληρό λόγο : «ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρός τοῦ διαβόλου ἐστέ»(Ἰω. 8,12).  Κληρονόμος τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ πρός τόν Ἀβραάμ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὅπως τό βεβαιώνει ὁ ἀπ. Παῦλος.
 Ἡ Ἐκκλησία  εἶναι ὁ νέος Ἰσραήλ, εἶναι τό Σῶμα Τοῦ Χριστοῦ, ἡ νέα ἄμπελος πού καρποφορεῖ τή σωτηρία, πού παρέχει στά μέλη της τή δυνατότητα τῆς ἀποκαταστάσεως καί θεραπείας τους ἀπό τήν ἁμαρτία τή φθορά καί τό θάνατο, δῶρα τά ὁποῖα προσέφερε ὁ Χριστός σέ ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση μέ τό μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας Του. Ὁ Χριστός ὁ μέγας καί μόνο ἀρχιερεύς, θύων καί θυόμενος προσφέρει ἑαυτόν ὑπέρ πάντων τῶν ἀνθρώπων, ραντίζει μέ τό πανάγιο αἷμα Του ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν καθαρίζει. Λουόμεθα πλέον ὄχι μέ τυπικούς καθαρμούς ἀλλά διά τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος καί ἔτσι καθαριζόμεθα ἀπό τήν ἁμαρτία καί τή φθορά. Τρεφόμεθα μέ τήν προσφερομένη ἀναίμακτη θυσία Του, τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του καί ἀναφέρομε τίς προσευχές μας στόν ἐν Τριάδι Θεό, ὅπως μᾶς τόν ἀπεκάλυψε ὁ Χριστός.  Ἡ νομική λατρεία παρῆλθε. Γιάτί ἡ Ἀλήθεια ἦλθε, ἡ σκιά παρέδραμε.  Ἡ νέα λατρεία ὡς πλήρης κοινωνία τῶν χριστιανῶν μέ τόν Θεό καί τόν ἀδελφό μέσα στό κυριακό σῶμα εἶναι γεγονός.
Ὅμως ἄν καταλύθηκε ἡ νομική λατρεία διασώζονται μέσα στή συνείδηση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας  πολλά ἀπό τά θεόσδοτα στοιχεῖα τά ὁποῖα διακρατεῖ ἐκείνη μέ σεβασμό, δίνοντάς τους πνευματικό, σωτηριολογικό περιεχόμενο καί ἐντάσσοντάς τα στό πλαίσιο τῆς Θείας Λατρείας της.  Κι αὐτό γιατί ὡς γνήσιος κληρονόμος τῆς πίστεως καί τῶν ἐπαγγελιῶν πρός τόν Ἀβραάμ εἶναι καί ὁ μοναδικός κληρονόμος τοῦ λατρευτικοῦ πλούτου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἄς δοῦμε τέτοια δείγματα, τέτοια στοιχεῖα τῆς Π.Δ. πού κυριαρχοῦν στήν ὀρθόδοξη λατρεία μας.
Προσευχή τῆς Ἐκκλησίας
 1. Ἀφοῦ ὁ Ἰσραήλ εἶναι τύπος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὅλη ἡ ἱστορία του ἀποτελεῖ προτύπωση τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.  Οἱ ἐπαγγελίες πρός τόν Ἀβραάμ ὅτι θά πληθύνει τόν λαό του σάν τήν ἄμμο τῆς θαλάσσης εἶναι ἡ ὑπόσχεση τῆς οἰκουμενικότητος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας εἶναι εἰκόνα τοῦ Παραδείσου, ἡ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλασσης εἶναι ἡ διάβαση τῆς Ἐκκλησίας στήν καινή ἐν Χριστῷ ζωή καί τύπος τοῦ θείου βαπτίσματος. Ἄπειρες εἶναι οἱ προτυπώσεις τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Πρόσωπα ὅπως ὁ Ἰσαάκ καί ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυΐ προτυπώνουν τόν Χριστό.  Τόν σταυρωθέντα προτυπώνει ὁ ὑψωθείς ὄφις ἐν τῇ ἐρήμῳ. Τό ξύλο πού γλυκαίνει τά πικρά ὕδατα εἰκονίζει τόν Σταυρό. Πολλοί οἱ τύποι τῆς Θεοτόκου: ἡ ἄφλεκτος Βάτος, ἡ βλαστήσασα ράβδος τοῦ Ἀαρών  ἡ μανναδόχος στάμνος κλπ. Ὅλα αὐτές οἱ προτυπώσεις διαποτίζουν τήν λατρεία μας α) μέσῳ τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Εὐαγγελίου καί τοῦ Ἀποστόλου πού κάνουν διαρκεῖς ἀναφορές στήν Π.Δ. β) μέσῳ τῶν αὐτουσίων ἀναγνωσμάτων προφητικῶν πού ἀποκαλύπτουν τό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ καί διδακτικῶν (Παροιμίες, σοφία Σολομῶντος. Ἰώβ κλπ). γ) μέσω τῆς ὑμνολογίας πού διαρκῶς ἀναφέρεται στίς προτυπώσεις αὐτές γιά νά φανερώσει τό δογματικό περιεχόμενο τῆς πίστεώς μας, νά παράσχει πνευματική ὠφέλεια καί νά τιμήσει τή Θεοτόκο καί τούς Ἁγίους.
2. Συστηματική ἀνάγνωση τοῦ Ψαλτηρίου καθ΄ὅλη τή διάρκεια τῆς ἑβδομάδος συμπεριλαμβανομένης τῆς καθημερινῆς ἀναγνώσεως στό Μεσονυκτικό τοῦ 118 ψαλμοῦ καί ἄλλων ψαλμῶν, τοῦ Ἐξαψάλμου στόν Ὄρθρο καί τριῶν Ψαλμῶν στούς αἴνους, τοῦ Προοιμιακοῦ καί τοῦ Κύριε Ἐκέκραξα στόν Ἑσπερινό καί πολλῶν Ψαλμῶν στίς Ἀκολουθίες τῶν Ὡρῶν, τοῦ μικροῦ καί μεγάλου ἀποδείπνου, στήν Ἀκολουθία τῆς Θ. Μεταλήψεως κλπ. Καθ᾽ὅλο τόν ἑβδομαδιαῖο καί ἐτήσιο ἑορταστικό κύκλο.
3. Κατά τήν ψαλμώδηση τῶν κανόνων στόν Ὄρθρο χρησιμοποιοῦνται οἱ ἑννέα Ὠδές. Οἱ 7 ἐξ αὐτῶν εἶναι ἐκ τῆς Π.Δ. Οἱ στίχοι τῶν Ὠδῶν χρησιμοποιοῦνται τόσο γιά τήν σύνθεση τοῦ περιεχομένου τῶν εἰρμῶν, πού ἀποτελοῦν τό ποιητικό καί μουσικό πρότυπο ὅλων τῶν τροπαρίων πού ἀκολουθοῦν, ὅσο καί ὡς προκαταρκτικοί στίχοι κάθε τροπαρίου.
4. Τό Ἀμήν καί τό Ἀλληλούϊα.
5.Τό ὑπό τοῦ ἱερέως λεγόμενο «Ἀγαθόν τό ἐξομολογεῖσθαι τῷ Κυρίῳ…».
6. Ὁ τρισάγιος ὕμνος κατά τήν ἀνάγνωση τοῦ Τρισαγίου, ἀλλά καί ψαλλόμενος κατά τή Θεία Λειτουργία, καθώς καί ὁ ὕμνος «ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ εἶναι παρμένα ἀπό τήν ὀπτασία τοῦ προφήτου Ἠσαΐου, ὅπως περιγράφεται στό Ἠσ. 6,3. Ἀπό ἐκεῖ εἶναι καί ἡ φράση πού λέγει ὁ ἱερεύς μετά τήν Θ. Μετάληψη «Τοῦτο ἥψατο τῶν χειλέων μου καί ἀφελεῖ τάς ἀνομίας μου καί τά ἁμαρτίας μου περικαθαριεῖ»
7. Τό πρῶτο καί τελευταῖο ψάλμα στήν πρωϊνή ἀκολουθία : Τό «Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἠμῖν» ἀπότὀν Ψαλμό στήν ἀρχή τοῦ Ὀρθρου καί τό «εἴη τό ὄνομα Κυριου» ἀπό τόν Ἰώβ στό τέλος τῆς λειτουργίας.
8. Σέ πολλές εὐχές, ὅπως σέ  εὐχή τῆς Λειτουργίας τοῦ Μ. Βασιλείου, ἤ τῶν Προηγιασμένων, στό Μυστἠριο τοῦ ἱεροῦ Εὐχελαίου σέ εὐχή τοῦ μ. Ἁγιασμοῦ, τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἀρραβῶνος καί τοῦ Γάμου, στή νεκρώσιμη ἀκολουθία γίνεται μνεία τῆς πίστεως καί τῶν ἔργων τῶν δικαίων  τῆς Π. Διαθήκης.
 Πηγή λοιπόν γιά τήν ὀρθόδοξη βιωτή καί τό ἦθος, τήν πίστη καί τήν προσευχή τῆς ἐκκλησίας ἡ Π.Δ. Πηγή ἐμπνεύσεως στήν ὑμνολογία, πού εἶναι διαποτισμένη ἀπό τίς εἰκόνες, τούς λόγους, τή διδαχή τῆς Παλαιᾶς διαθήκης. 
Ὀρθόδοξος ναός
ἐπίδραση τῆς λατρευτικῆς παραδόσεως τῆς Π.Διαθήκης εἶναι ἐμφανήςἐπίσης στή διάταξη τοῦ Ὀρθοδόξου Ναοῦ. Ὅπως γράφει ὁ Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης  ὁ ὀρθόδοξος ναός  «διαιρεῖται σέ τρία μέρη, γιατί καί ὁ Θεός εἶναι Τριάς. Αυτό εἰκόνιζε καί ἡ σκηνή τοῦ Μαρτυρίου καί ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος…Ὑπῆρχαν τά Ἅγια τῶν Αγίων, τά Ἅγια καί τό κοσμικό Ἅγιον»[3]δηλ. ἡ αὐλή. Ἡ τριμερής αὐτή διάταξη τοῦ Ναοῦ ὀφείλει βεβαίως καί σήμερα νά γίνεται σεβαστή. Νά μήν ἰσοπεδώνεται ὁ χῶρος τῆς λατρείας, ὅπως ἐπιθυμοῦν οἱ ψευδο-ανανεωτές θεωρώντας τόν ναό ἁπλῶς ὡς μαζικό χῶρο κοινῆς λατρείας, έξομοιώνοντας τόν ὀρθόδοξο ναό μέ τά χαοτικά κατασκευάσματα καί τούς ναούς τῶν παπικῶν τῶν προτεσταντῶν τῶν μουσουλμάνων.  Τό ἱερό τέμπλο μέ τό καταπέτασμα -ἀπό τόν 4ο αἰῶνα χαμηλό καί ἀπό τόν 7ο αἰῶνα ὑψηλό[4]- χωρίζει τό ἅγιο Βῆμα ἤ ἱερόν ἤ ἄδυτον ἀπό τόν κυρίως ναό. Αὐτός πάλι χωρίζεται ἀπό τόν πρόναο ἤ νάρθηκα ἤ λιτή μέ θῦρες ἤ καταπέτασμα ὅπως βλέπουμε στό ἅγιον Ὄρος καί ὅπως χωρίζονταν στή σκηνή τοῦ μαρτυρίου τά Ἅγια ἀπό τήν αὐλή ἤ στόν ναό τῶν Ἱεροσολύμων τά Ἅγια ἀπό  τόν πρόναο (αἰλάμ).
Τά ἀσεβῆ πειράματα, σκόπιμα τίς περισσότερες φορές μικρέματος τοῦ τέμπλου ἤ καί καταργήσεώς του, δῆθεν στά πλαίσια ἐπαναφορᾶς τῆς πρωτοχριστιανικῆς ἁπλότητος,
-ἡ τέλεση μιᾶς αὐθαίρετης -ἐσχάτης κοπῆς- περιέργου Θ. Λειτουργίας τοῦ ἁγ. Ἰακώβου, τῆς ὁποίας ἀγνοοῦμε τήν ἀληθινή τυπική διάταξη, μέ ὑποκατάσταση τῆς ἁγίας Τραπέζης ἀπό τραπεζίδιο καί ἑπομένως προσωρινῆς καταργήσεως τοῦ Ἁγίου Βήματος,
-ἡ τέλεση πάλι τῆς Θ. Λειτουργίας σέ αἴθουσες, σέ θέατρα «κατενώπιον τοῦ λαοῦ» κατά τά πρότυπα τῆς παπικῆς λειτουργικῆς ἀναγεννήσεως,
- ἡ τέλεσή τῆς σέ τραπεζίδιο ἐντός τοῦ κυρίως ναοῦ γιά «παιδαγωγικούς λόγους», ἡ εἴσοδος μικρῶν κοριτσιῶν στό ἅγιο Βῆμα γιά νά διακονοῦν τόν ἱερέα κλπ. ἀποτελοῦν περιφρόνηση καί ἀσέβεια πρός τήν παράδοση τῆς ἁγίας Γραφῆς τῶν ἁγίων Πατέρων καί τῶν ἱερῶν Κανόνων[5]. Καταργοῦν τήν τριμερῆ διάταξη τοῦ ὀρθοδόξου ναοῦ καί ὁδηγοῦν ἀνεπαίσθητα στήν ἀπώλεια εὐλαβείας καί πνευματικῆς αἰσθήσεως γιά τήν οὐσία, ἀξία καί ὠφέλεια τῶν τελουμένων∙ στήν κατάργηση τῆς μυστικότητος τῶν εὐχῶν∙ σέ ἄνευ προετοιμασίας προσέλευση στή Θ. Κοινωνία κλπ. Νά τί λέγει καί  ὁ Ἅγ. Μάξιμος σχετικά μέ τή διάκριση Βήματος –κυρίως ναοῦ : Ἡ ἐκκλησία «διαιρεῖται στόν τόπο πού εἶναι ἀφιερωμένος μόνο στούς ἱερεῖς καί τούς λειτουργούς καί ὀνομάζεται ἱερατεῖο καί σέ ἐκεῖνον στόν ὁποῖο ἐλεύθερα εἰσέρχεται ὁ πιστός λαός σαί τόν λέμε ναό. Πάλι ὅμως μία εἶναι ἡ ἐκκλησία κατά τήν ὑπόσταση της χωρίς νά μένει διαιρεμένη κατά τά μέρη της». Δέν ὑπάρχει διαίρεση μέ τή διάκριση πρό πάντων τοῦ ἱεροῦ Βήματος καί τοῦ Ναοῦ, τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ γιατί ὑπάρχει ἀλληλοσυμπλήρωση κατά τήν προσφορά τῆς Θ. Εὐχαριστίας.
Κατά μίμησιν τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων ὑπό τοῦ Σολομῶντος τελοῦνται καί τά ἐγκαίνια τῶν ὀρθοδόξων ναῶν μέ πανηγυρική μακρά ἀκολουθία καί πνευματική εὐφροσύνη.
Ὁ Θεός προστάζει τόν Μωϋσῆ νά χρησιμοποιήσει ἀρώματα καί ἔλαιον γιά  νά παρασκευάσει «ἔλαιον χρίσμα ἅγιον μῦρον μυρεψικόν τέχνῃ μυρεψοῦ(Ἐξ. 30,25) καί νά χρίσῃ «ἐξ αὐτοῦ τήν σκηνήν τοῦ μαρτυρίου καί  τήν κιβωτόν τοῦ μαρτυρίου καί τήν λυχνίαν καί τό θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος καί τό θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων..»κλπ  (Ἐξ. λ´ 26-28). Αὐτα ὅλα δανείζεται ἡ Ἐκκλησία μας γιά τήν παρασκευή τοῦ μύρου καί τήν χρίση ὅλου τοῦ ὀρθοδόξου ναοῦ καί τοῦ ἱεροῦ θυσαστηρίου μέ ἅγιο μῦρο κατά τά ἐγκαίνιά του.
Ἱερωσύνη
Τοῦ Ζῶντος Ἄρτου, τοῦ θυσιασθέντος Ἁμνοῦ δύνανται νά μετάσχουν βεβαἰως ἅπαντες καί ὄχι μόνο οἱ ἱερεῖς, ὅπως προβλεπόταν στόν μωσαϊκό  Νόμο. Ἡ Χαρις ἐδόθη διά τοῦ Χριστοῦ σέ ὅλους.  Ὅλοι εἴμεθα πλέον, ὑπ΄αὐτήν τήν ἔννοιαν, βασιλεῖς καί ἱερεῖς.  Ὅποιας  χάριτος μετέχει ὁ ἀρχιερεύς μετέχει καί ὁ τελευταῖος πιστός. Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ δέν βρίσκεται κατά τήν τέλεση τῆς λατρείας στήν αὐλή, ὅπως ὅριζε ὁ παλαιός νόμος, ἀλλά μέσα στόν κυρίως ναό.  Ὅμως …ὁ Κύριος παρέδωσε τήν τέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας στούς Ἀποστόλους, σ΄αὐτούς ἔδωσε καί τήν διακονία τοῦ κηρύττειν καί ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησία. Ἡ διάκριση κληρικῶν καί λαϊκῶν εἶναι ἐμφανής στήν Ἁγία Γραφή, Καινή καί Παλαιά Διαθήκη καί τούς Ἁγίους Πατέρες. Τά περί συλλειτουργίας τῶν λαϊκῶν,πού ὀφείλονται στήν κατάργηση ἤ μείωση τῆς διακρίσεως τῆς εἰδικῆς ἱερωσύνης, μέ τήν προτεσταντική ἑρμηνεία περί βασιλείου ἱερατεύματος εἶναι ἐπιεικῶς ἀνυπόστατα καί ἀποστολικῶς, πατερικῶς καί ἐκκλησιαστικῶς ἀπαράδεκτα.  Μιά ματιά στούς περί Ἱερωσύνης λόγους τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό κάθε ἀμφιβολία.  Παραλαμβάνοντας λοιπόν οἱ Πατέρες στοιχεῖα τῆς Παλαιᾶς λατρείας μέ πολλή λεπτότητα διάκριση καί προσοχή, ὑπενθυμίζουν τή σωτήρια διάκριση κλήρου καί λαοῦ, ἀπαιτοῦν ἁγιότητα τοῦ κλήρου, καλλιεργοῦν τόν καθαρτικό γιά τίς ψυχές μας φόβο τοῦ Θεοῦ.
Εἰς ἐπίρρωσιν τῶν ἀνωτέρω ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε τί λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος ὅταν ἀναφέρεται στά καθήκοντα τοῦ ἀρχιερέως Ἀαρών καί τῶν παιδιῶν του. Ἀναφέρει πρῶτα ὅσα γράφει τό βιβλίο τῶν Ἀριθμῶν : «Φυλάξουσι γάρ φησί τήν ἱερατείαν ἑαυτῶν καί πάντα κατά τόν βωμόν καί τά ἐσώτερα τοῦ καταπετάσματος» δηλ. τά ἱερατικά καθήκοντα τοῦ Ἀαρών καί τῶν παιδιῶν του, τῶν ἱερέων, ἀφοροῦν ὅσα τελοῦνται στό βῶμα καί μέσα ἀπό τό καταπέτασμα. Ὕστερα συνεχίζει : «τοῦτ’ἔστι τά ἀπόρρητά τε καί μυστικώτερα, καί ὅσα δρᾷν ἔθος τούς τῷ θείῳ προσεδρεύοντας θυσιαστηρίῳ» δηλαδή τά ἀπόρρητα καί μυστικώτερα καί ὅσα συνηθίζουν νά τελοῦν ὅσοι προσεδρεύουν, ὅσοι στέκονται ἐγγύς τοῦ θυσιαστηρίου. Μ’αὐτά τά τελευταῖα λόγια ὑπονοοεῖ ὅσα τελοῦνται ἀπό τούς ὀρθοδόξους ἱερεῖς στό ἅγιο βῆμα κατά τήν φρικτή ἱερουργία[6].
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὀνομάζει ἐπίσης τήν τάξη τῆς ἱερωσύνης κατά τόν Μωσαϊκό νόμο- Ἀρχιερεύς, οἱ συνιερουργοί υἱοί του καί Λευΐτες- «προανατύπωσιν» τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱερωσύνης -ἐπίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι[7].
Κατάλληλοι γιά τήν ἱερωσύνη τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη εἶναι ὅσοι ἔχουν βίο καθαρό καί ἀνεπίληπτο : «ἄνθρωπος εἰς τάς γενεάς ὑμῶν…ᾦ ἐάν ᾖ  ἐν αὐτῷ μῶμος, οὐ προσελεύσεται προσφέρειν τά δῶρα τοῦ Θεοῦ αὐτοῦ»(Λευ. 21,18). Ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὅτι «ὅσοι ἐκλέχθηκαν γιά τήν ἱερωσύνη καί δέχθηκαν τόν καθαρμό μέ τήν πίστη πρέπει εὔλογα νά εἶναι ἅγιοι καί καθαροί»[8].
Ἐξ ἄλλου οἱ ἀπαιτήσεις τοῦ Νόμου γιά τίς συζύγους τῶν ἱερέων καί ἀρχιερέων συνδυαζόμενες εἶναι ὅμοιες στήν Παλαιά διαθήκη καί στούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας : ὁ ἀρχιερεύς «χήραν δέ καί ἐκβεβλημένην καί βεβηλωμένην καί πόρνην, ταύτας  οὐ λήμψεται, ἀλλ ἤ παρθένον ἐκ τοῦ γένους αὐτοῦ λήμψεται γυναῖκα διαβάζουμε στό Λευϊτικό»(Λευ.21,7,14) καί στόν ΙΗ΄Ἀπ. Κανόνα: «Ὁ χήραν λαβών ἤ ἐκβεβλημένην ἤ ἑταίραν ἤ οἰκέτιν ἤ τῶν ἐπί σκηνῆς, οὐ δύναται εἶναι Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ διάκονος..».  Στή χειροθεσία τῶν λευϊτῶν ἀπό τούς Ἰσραηλίτες(«ἐπιθήσουσι γάρ οἱ υἱοί Ἰσραήλ τάς χεῖρας ἐπί τάς κεφαλάς τῶν λευϊτῶν», Ἀριθ. 7,10) πού μᾶς θυμίζει τή χειροτονία τῶν 7 διακόνων ὑπό τῶν Ἀποστόλων βλέπει ὁ Ἅγιος Κύριλλος  τόν τύπο τῆς ἐκλογῆς τῶν ὀρθοδόξων κληρικῶν, μόνο πού σήμερα, ὅπως λέγει, ἐπιψηφίζονται λαοί τούς κληρικούς μέ τήν φωνή «ἄξιος»[9]. Λευΐτης ἐξ ἄλλου, ἀντίστοιχος τῶν διακόνου, «πᾶς ὁ εἰσπορευόμενος λειτουργεῖν ποιῆσαι πάντα τά ἔργα ἐν τῇ σκηνῆ τοῦ μαρτυρίου», , έπιλέγεται «ἀπό  εἴκοσι καί πέντε ἐτῶν καί ἐπάνω»(Ἀριθ. 4,3), ἀκριβῶς κατά τήν ἡλικία πού προβλέπει γιά τούς διακόνους ὁ ΙΔ΄Κανών τῆς ϛ΄Οἰκ. Συνόδου.
Ἡ ἱερατική εὐλογία «ὁ Θεός οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς κλπ. εἶναι μέν ἀπό τόν 66οΨαλμό δίδεται ὅμως κατ᾽ ἐντολήν τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς ἱερεῖς τοῦ Παλαιοῦ ἀλλά καί τοῦ ἐν Χριστῷ Νόμου στὀν λαό : «οὕτως εὐλογήσετε τούς υἱούς Ἰσραήλ λέγοντες αὐτοῖς…εὐλογήσαι σε Κύριος καί φυλάξαι σε, ἐπιφάναι Κύριος τό πρόσωπον αὐτοῦ ἐπί σέ καί ἐλεήσαι σε» (Ἐξ. 6, 23-26)[10].
Ἐφημερίες ὅπως ὑπάρχουν καί σήμερα κατά τήν τέλεση τῆς ὀρθοδόξου λατρείας ὑπῆρχαν καί στήν Π.Δ. στούς ἱερεῖς καί τούς λευΐτες.
Θεία Λειτουργία-ἅγιο Βῆμα-Ἱερά Σκεύη
μφανῆ εἶναι τά παλαιοδιαθηκικά στοιχεῖα στήν προετοιμασία καί τέλεση τῆς Θ. Λειτουργίας. Ἄς παρακολουθήσουμε τά βήματα τῶν λειτουργῶν.
Ὁ διάκονος, ὁ ἱερεύς καί ὁ ἀρχιερεύς γιά νά λειτουργήσουν ἐνδύονται, ὅπως καί οἱ ἱερεῖς τῆς Π.Δ., τά ἱερά ἄμφια λέγοντας καταλλήλους στίχους ἀπό τούς Ψαλμούς. : «Ἀγαλλιάσεται ἡ ψυχή μου ἐπί τῷ Κυρίῳ…Αἱ χεῖρές σου ἐποίησάν με καί ἔπλασάν με…» κλπ. Εἶναι ἀδιανόητο χωρίς τή στολή τους νά πλησιάσουν τό θυσιαστήριο. Ἐκεῖνοι φοροῦσαν ποδήρεις χιτῶνες, ζῶνες καί κάλυμμα κεφαλῆς καί οἱ ὀρθόδοξοι ἱερεῖς φοροῦν παρόμοια στιχάρια καί ζῶνες. Ὁ ἀρχιερεύς τοῦ νόμου φοροῦσε ποδήρη μέ κωδωνίσκους, κροσσωτό χιτῶνα, ἐπωμίδα, μίτρα πού σαφῶς ἐνθυμίζουν τήν στολή τοῦ ὀρθοδόξου ἀρχιερέως (Ἐξ. Κεφ. κη).
Ὁ ὀρθόδοξος λειτουργός  πορευόμενος ἀπό τό διακονικό πρός τόν λουτῆρα καί κυκλώνοντας τό ἱερό θυσιαστήριο νίπτεται λέγοντας μέρος τοῦ Ψαλμοῦ κε΄ 6-12 «νίψομαι ἐν ἀθώοις τά χεῖρας μου καί κυκλώσω τό θυσιαστήριο σου…» πού ἀποτελεῖ ὑπόμνηση σ’αὐτόν τῆς πνευματικῆς καθαρότητος πού ἀπαιτεῖται γιά τή θεία ἱερουργία. Ἀπαραίτητη ἡ νίψη χειρῶν καί ποδῶν καί στούς ἱερεῖς τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου πρίν εἰσέλθουν στή σκηνή τοῦ μαρτυρίου γιά τήν τέλεση τῆς λατρείας.
 Ἐν συνεχείᾳ ὁ ἱερεύς κατευθύνεται στήν Ἱερά πρόθεση. Καί στόν παλαιό νόμο ὑπῆρχε ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων στά Ἅγια, πού προσεφέροντο στόν Κύριο. Μέ τήν ἁγία Λόγχη ἐξάγει ὁ ἱερεύς ἀπό τό πρόσφορο τόν Ἁμνό, τοῦ ὁποίου προτύπωσις ἦταν ὁ ἐσθιόμενος ἀμνός ἀπό τούς Ἑβραίους πρίν ἀπό τήν ἔξοδο τους ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἐνῷ τό αἷμα μέ τό ὁποῖο ἐχρίσθησαν οἱ παραστάδες τῆς οἰκίας τους προτύπωνε τό Τίμιον αἷμα τοῦ Κυρίου πού ἁγιάζει τά αἰσθητήριά μας.
Ὅσον ἀφορᾶ στό Ἅγιο Βῆμα μέ τήν Ἁγία Τράπεζα, καί τά γύρω της ἑξαπτέρυγα καί τό ἱερό τέμπλο-καταπέτασμα, τίς λυχνίες καί τό προσφερόμενο θυμίαμα μᾶς παραπέμπουν στά Ἅγια τῶν Ἁγίων στήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης καί τά Χερουβείμ δόξης πού κατεσκίαζαν τό ἱλαστήριο, τό καταπέτασμα πού χώριζε τά Ἅγια τῶν Ἁγίων ἀπό τά Ἅγια τήν ἀφή τῶν λυχνιῶν καί τήν προσφορά θυμιάματος ἀπό τόν ἀρχιερέα καί τούς ἱερεῖς τοῦ νόμου.  Ἐδῶ ἀξίζει νά ἀναφέρουμε ὅτι τό θυμίαμα, ὅπως καί στήν Ἐκκλησία μας προσφέρεται πρωΐ καί βράδυ (Ἐξ. λ´ 7-8) ἐνῷ γιά τήν ἀκοίμητη λυχνία μπροστά ἀπό τό καταπέτασμα-ἀντίστοιχη ἑπτάφωτη λυχνία ἔχουμε καί ἐμεῖς ἔξω τοῦ τέμπλου δηλ. τοῦ καταπετάσματος- ἔπρεπε νά χρησιμοποιεῖται καθαρό ἐλαιόλαδο, κάτι πού καί ἐμεῖς ἐπιδιώκουμε νά ἔχουμε στίς κανδῆλες μας (Ἐξ. κζ´, 20-21).
Τά σκεύη πού χρησιμοποιοῦνταν κατά τίς θυσίες «τρυβλία τε καί θυίσκαι, κύαθοι καί σπονδεῖα»καί αὐτά μέ τά ὁποῖα ὁλοκληρώνεται ἡ μυστική καί ἱερώτατη χρεία τῆς ἁγ. Τραπέζης δέν εἶναι τύπος τῶν θείων κειμηλίων;»[11], ἐρωτᾶ ρητορικῶς ὁ Ἅγιος Κύριλλος. Τἀ σκεύη ἐπίσης  ἔπρεπε νά καθιερώνονται, «διαγνίζεσθαι». «Τετήρηται δέ ὁ νόμος καί ἐν ἐκκλησίαις σώζεται», προσθέτει ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὑπονοώντας τήν σημερινή λειτουργική πρακτική.
Ὅλα βέβαια τά τελούμενα ἔχουν τελείως διαφορετικό νόημα στήν καινή λατρεία τόσο διαφορετικό ὅση διαφορά ἔχει ἡ σκιά ἀπό τήν ἀλήθεια.  Ὁπως λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος ὁ Χριστός, ὁ μόνος Ἀρχιερεύς, ἅπαξ διά τοῦ ἰδίου αἵματος ἐκαθάρισε τήν ἀνθρώπινη φύση καί εἰσῆλθε στά Ἅγια  τῶν Ἁγίων δηλ. στό οὐρανό ἀνοίγοντας τό δρόμο καί σέ ὅλους τούς πιστούς.  Ἡ Ἐκκλησία, ὅπως παρέλαβε ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρας, διά τοῦ ἐπισκόπου Ἀρχιερέως -ἐπίσκοπος ὀνομάσθηκε κάποια στιγμή καί ὁ Ἐλιέζερ, υἱός τοῦ Ἀαρών (Ἀριθ. δ´ 16) –καί τῶν ἱερέων κοινωνώντας στή μία θυσία τοῦ Χριστοῦ, προσφέρει τήν Θ. Εὐχαριστία-«αναφορά»ὀνομάζεται, ὅπως καί στόν Μωσαϊκό νόμο- τῆς ὁποίας μετέχουν οἱ πιστοί. Ἔτσι  ἀνοίγει τόν οὐρανό, δίδει τήν πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καί γι’ αὐτό, κατά τά παλαιοδιαθηκικά πρότυπα κλείνει τίς θῦρες ἤ τό καταπέτασμα τοῦ Ἁγίου Βήματος γιά νά διατηρήσει τόν κατά Χριστό φόβο καί εὐλάβεια* τήν ὄχι αὐτονόητη εἴσοδό μας στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ* τήν μυστικότητα τῆς θείας ἱερουργίας, τῆς φρικτῆς μεταβολῆς τῶν τιμίων δώρων σέ Σῶμα καί Αἵμα Χριστοῦ καί γιά νά ὑπενθυμίζει στούς Χριστιανούς νά προσέχουν νά μήν καταπατοῦν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ καί νά θεωροῦν τόν Αἷμα τοῦ Χριστοῦ κοινό (Ἑβρ. ι´ 29). Διδάσκει ἔτσι σιωπηρῶς ὅτι ἡ μετοχή στά ἄχραντα μυστήρια δέν εἶναι ἕνα εὔκολο-fast food- γεῦμα πού τακτοποιεῖ τήν συνείδησή μας καί μᾶς δίνει ἔτσι πρόχειρα τήν ψευδαίσθηση ἑνότητος μεταξύ μας καί κοινωνίας μέ τόν Θεό. Ἡ μετοχή στά ἄχραντα Μυστήρια προϋποθέτει καί συνεπάγεται ἀδιάλειπτο ἀγῶνα καί διαρκῆ προετοιμασία. Καθόλου δέν σημαίνει μιά ἀνέμελη ἀπόλαυση «τῆς χαρᾶς τῆς ζωῆς», ἐπειδή ὅλα εἶναι «καλά λίαν», οὔτε μιά ἀνέξοδη, δῆθεν εὐχαριστία πρός τόν Θεό γιά τήν τρυφηλή διαγωγή μας.
Ψάλτες
ντιστοιχία ὑπάρχει ἐπίσης παλαιᾶς καί καινῆς λατρείας στό θέμα τῶν ψαλτῶν. α) Ἀντιφωνία.  Μετά τήν διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης ἔψαλλαν ἀντιφωνικά τήν εὐχαριστήρια ὠδή ἀπό τή μιά ὁ Μωϋσῆς καί ἀπό τήν ἄλλη ἡ ἀδελφή του Μαριάμ. Παρόμοια ἔψαλλαν ἀντιφωνικά οἱ ψάλτες τούς ἀναβαθμούς ἱστάμενοι ἀντίκρυ πάνω στίς βαθμίδες τοῦ ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων.»(ἅγιος Νικόδημος, ἑρμηνεία ἀναβαθμῶν) β)  Καθιέρωση. Δέν εἶναι ὁποιοιδήποτε οἱ ψάλλοντες ἀλλά καθιερωμένοι γιά τό διακόνημα τῆς ψαλμωδίας λευΐτες. Γιά παράδειγμα ψαλτωδός ὁρίζεται ἀπό τόν Δαυΐδ ὁ Αἰμάν ἐνῶ δεξιά καί ἀριστερά του ὁ Ἀσάφ καί ὁ Αἰθάν. Ὁρίζονται καί χοροί ψαλτῶν πού ἐκπαιδεύονται στή μουσική ( Α΄ Παραλ. 6, 18-32, 25, 6-7). γ) Προπόρευση. Στόν 67ο Ψαλμό, ἀλλά καί σέ ἄλλα σημεῖα τῆς Π.Δ. διαβάζουμε ὅτι, ὅπως καί σήμερα, προηγοῦνταν οἱ ψάλτες ὁποιασδήποτε λιτανείας. «Προέφθασαν ἄρχοντες ἐχόμενοι ψαλλόντων ἐν μέσῳ νεανίδων τυμπανιστριῶν» (Ψαλ. 67, 26). Παρόμοια στήν Ἐκκλησία μας ὑπάρχει εἰδική τάξη κληρικῶν, οἱ ψάλτες, οἱ ὁποῖοι καί μόνο, σύμφωνα μέ τούς Ἱερούς κανόνες, καί μόνο μέσα ἀπό τά λειτουργικά βιβλία πρέπει νά ψάλλουν κατ᾽ ἀντιφωνίαν στήν Ἐκκλησία καί ὄχι ἅπαντες, ὅπως-ὅπως καί ἀγεληδόν, καθώς συμβαίνει πολλάκις σήμερα. 
Πάσχα- Πεντηκοστή
Δύο Ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας μας φέρουν τήν ἴδια ὀνομασία μέ τίς Ἰσραηλιτικές ἑορτές μέ ἄλλο οὐσιαστικώτερο νόημα. Κατά τό Πάσχα οἱ Ἑβραῖοι ἑόρταζαν τό γεγονός τῆς σωτηρίου διαβάσεως τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης, ἐνῷ οἱ χριστιανοί ἑορτάζουν τήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου διά τῆς ὁποίας διαβήκαμε ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Κατά τήν Πεντηκοστή οἱ Ἑβραῖοι ἑόρταζαν τήν ἑορτή τῶν πρωτογεννημάτων καί τήν παράδοση τοῦ Νόμου στόν Μωϋσῆ  στό ὄρος Σινᾶ, ἐνῷ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στούς Ἀποστόλους δηλ. τήν παράδοση στήν Ἐκκλησία τοῦ καινοῦ νόμου τῆς θείας χάριτος.
Εὐχές ὀγδόης καί τεσσαρακοστῆς ἡμέρας
Τήν ὀγδόη ἡμέρα ἀπό τήν γέννηση σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ πρός τόν Ἀβραάμ (Γεν. ιζ´ 10-14), γινόταν περιτομή στά ἄρρενα τέκνα τῶν Ἑβραίων. Αὐτό ἦταν προτύπωση τοῦ βαπτίσματος, τό ὅποιο ὁ Ἀπ. Παῦλος ὀνομάζει «περιτομήν ἀχειροποίητον» (Κολ. β´ 11-13). «Πεπλήρωκε γάρ ὁ Σωτήρ», λέγει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Θεσσαλονίκης, τά τοῦ νόμου ἀντί ἡμῶν καί τῆς νομικῆς δουλείας ἐρρύσατο» (P.G. 155, 209 A). Ὅμως κράτησε ἡ Ἐκκλησία μας τήν τάξη τοῦ παλαιοῦ νόμου νά δίδεται τήν ὀγδόη ἡμέρα τό ὄνομα στό παιδί μέ εἰδική εὐχή, ὅπως ἔγινε καί μέ τόν Κύριό μας καί τόν Τίμιο Πρόδρομο. Καί τήν τεσσαρακοστή ἡμέρα, ὅπως καί κατά τήν παλαιά λατρεία «προσάγεται ὑπό τῆς μητρός τῷ ναῷ καί τοῦτο ὡς δῶρον Θεῷ προσκομίζεται».(Ἅγ. Συμεών P.G. 155, 209 D) «καί τῇ μέν μητρί τήν ἀπό τῆς ἐνηδόνου καί ρυπώδους γεννήσεως κάθαρσιν παρασχών…τό παιδίον εἰς χεῖρας αὐτός λαβών “νῦν ἀπολύεις” ἀναβοᾷ..»(Ὡς ἄνω 212 Α ). Ναί! Κατά τούς Πατέρας ὑπάρχει ἕνα εἶδος ἀκαθαρσίας στή λεχῶνα ἐπειδή ὁ ἐνήδονος τρόπος συλλήψεως τῶν παιδιῶν δέν εἶναι ἐκεῖνος στόν ὁποῖο εὐδοκοῦσε ἀπ’ἀρχῆς ὁ Θεός. Ὅποιος δέν πείθεται λόγῳ φεμινιστικῆς προκαταλήψεως ἀπό τόν ἅγιο Συμεών ἄς πεισθεῖ ἀπό τόν Μ. Βασίλειο : «Τῷ δέ ἐν ἀκαθαρσίᾳ ὄντα τινά ἐγγίζειν τοῖς ἁγίοις καί ἐκ Παλαιᾶς Διαθήκης φοβερώτερον διδασκώμεθα τό κρῖμα. Εἰ δέ πλεῖον τοῦ ἱεροῦ ᾧδε, φοβερώτερον δηλονότι παιδεύσει ἡμᾶς ὁ ἀπόστολος εἰπών· «ὁ ἐσθίων καί πίνων ἀναξίως, κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει» ( Μ. Βασιλείου Ὅροι κατ’ἐπιτομήν ΕΠΕ 9, σ. 388 ).  Καί ὁ π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν  γράφει : «Δέν θά πρέπει κάποιος ἁπλῶς νά βρίσκεται σέ λάθος ἀλλά νά εἶναι μικροπρεπής γιά νά βρίσκει ὅτι αὐτές οἱ εὐχές ἀποτελοῦν «προσβολή», αὐτές πού εἶναι τόσο γεμάτες ἀπό θεϊκή ἀγάπη καί ἐνδιαφέρον γιά τόν ἄνθρωπο, τόσο γεμάτες ἀπό τό μόνο γνήσιο καί ἀληθινά θεϊκό σεβασμό γιά τό ἀνθρώπινο πρόσωπο.  Ἀντί νά ἀκολουθοῦμε τυφλά «αὐτόν τόν κόσμο» στίς φτηνές του ἐπαναστάσεις στό ὄνομα κούφιων δικαιωμάτων, μιᾶς ἀνόητης «ἀξιοπρέπειας» καί μιᾶς μάταιας «εὐτυχίας», ὀφείλουμε νά ξαναβροῦμε καί νά οἰκειοποιηθοῦμε ξανά τό ὅραμα τῆς Ἐκκλησίας γιά τή ζωή» (Ἐξ ὕδατος καί πνεύματος σ. 192).
Λειτουργική γλῶσσα
Τελευταῖο  ἀφήσαμε ἕνα πρωταρχικῆς σημασίας στοιχεῖο πού παρελάβαμε ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, τήν ἀρχαία ἑλληνική μετάφρασή ἀπό τούς Ο´. Ὅλα τά ἀναγνώσματα τῆς Π.Δ., τό Ψαλτήριο, οἱ Ὠδές,μέσα στό ρωμαίϊκο ἀπό τά ἀρχαῖα χριστιανικά χρόνια ὥς σήμερα – καί Θεός φυλάξοι ἕως τέλους- ἀναγινώσκονται ἐπ΄ἐκκλησίας σ΄αὐτήν τήν εὐλογημένη γλῶσσα, ὅπως τελεῖται καί ὅλη ἡ ἀριστοτεχνικά κατά τή γλῶσσα καί τή μουσική δομημένη  λατρεία μας.
Χρήσιμα συμπεράσματα
Πολλά ἀκόμη στοιχεῖα τῆς Π.Δ. μποροῦν νά εὑρεθοῦν μέσα στήν ὀρθόδοξη λατρεία μας στά πλαίσια μιᾶς λεπτομεροῦς μελέτης.  Ἐκεῖνο πού πρέπει νά τονισθεῖ εἶναι ὅτι  οἱ Ἅγιοι Πατέρες μέ πόθο μελέτησαν καί ἑρμήνευσαν κείμενα τῆς Π.Δ. Παράλληλα οἰκειοποιήθηκαν καί μετάγγισαν στή λατρεία τοῦ νέου Ἰσραήλ, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ὅ,τι ὄμορφο, ὅ,τι ἱεροπρεπές,  ὅ,τι ἁγιαστικό ὅ,τι ὠφέλιμο, ὑπῆρχε στήν παλαιά λατρεία καί ὅ,τι συντελεῖ στήν τάξη καί ἁρμονία τῆς ἐκκλησιαστικῆς-λειτουργικῆς ζωῆς. Ἐκεῖνο πού ἀπομένει σέ μᾶς εἶναι μέ χαρά καί εὐγνωμοσύνη πρός τούς Πατέρας καί εὐχαριστία πρός τόν Θεό, νά κάνουμε δική μας τήν ὀρθόδοξη λατρεία μας νά παραδοθοῦμε στόν Κύριο μέσα ἀπό τή θεία λατρεία χωρίς ὀρθολογιστικές ἐπιφυλάξεις, κομπιάσματα καί φοβίες γιά δῆθεν ἰουδαϊκές ἐπιδράσεις, ἀποκλεισμό ἀπό τή συμμετοχή τῶν λαϊκῶν, ὑποτίμηση τῆς γυναίκας κλπ. Γιά νά γίνει αὐτό  ὀφείλουμε α) νά ἐντρυφήσουμε μέ σεβασμό καί ἀγάπη στήν ἀλήθεια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπου ὁ Θεός προσωπικῶς ἐν σκιᾷ ἀποκαλύπτεται καί μᾶς ἀποκαλύπτει ποιά δόξα μᾶς ἔδωσε, ποῦ καταντήσαμε, γιά ποῦ μᾶς προορίζει. β) ὑπακοή στή στοργική μητέρα μας τήν Ἐκκλησία μας, ὑπακοή στούς Ἱερούς Κανόνες στά δοκιμασμένα Τυπικά τῶν ἀκολουθιῶν μας. Τἰποτε περιττό, ἄχρηστο καί ἐλλιπές δέν ὑπάρχει στήν ὀρθόδοξη λατρεία γ) ἐμπιστοσύνη καί πιστότητα στούς ἁγίους Πατέρες, οἱ ὁποῖοι κινούμενοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα δοκίμασαν στό χωνευτῆρι τῆς προσευχῆς τους ὅλα τά θεόσδοτα στοιχεῖα τῆς παλαιᾶς λατρείας, ἐπέλεξαν τά καταλληλότερα, ὀργάνωσαν διά τῶν Τυπικῶν τήν λατρεία καί θεσμοθέτησαν τήν ὑπέροχη λειτουργική τάξη πού ἀπολαμβάνουμε. Αὐτό πρέπει νά ἀποτελέσει καί τό κεντρικότερο σημεῖο τῆς προσοχῆς καί νήψεώς μας.  Ἄνευ τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν ἔργων καί τῶν λόγων τους, δέν ὑπάρχει Ἐκκλησία, Σύνοδοι, δόγματα, ἱεροί Κανόνες ὀρθόδοξη λατρεία. Οἱ Πατέρες εἶναι ὄχι μόνο τά «μυρίπνοα ἄνθη τοῦ παραδείσου», ἀλλά καί «οἱ ἀκαθαίρετοι πύργοι» τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐπί τῇ βάσει τῶν ἀνωτέρω πρέπει νά ἀντισταθοῦμε ὅλοι  α) στήν ἀντορθόδοξη λαίλαπα τῆς  λεγομένης μεταπατερικῆς θεολογίας-αἱρέσεως, πού ἰσχυρίζεται ἀναιδῶς ὅτι οἱ Πατέρες καί τά ἔργα τους καλά ἦσαν γιά τόν καιρό τους, ὅμως τώρα χρειαζόμαστε κάτι ἄλλο  καί β) στήν ψευδώνυμη λειτουργική ἀναγέννηση πού σημαινει κατεδάφιση τῆς λειτουργικῆς γλώσσας, τάξεως, τυπικῶν καί τήν διαστρέβλωση τῶν ἀκολουθιῶν. Ἐδῶ θά βάλουμε τή βίγλα μας καί θά προτάξουμε τήν ψυχή μας. Σ’αὐτά πού περνᾶμε ἀληθινό στήριγμα εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας συνείδηση άποκτοῦμε διά τῆς Θείας λατρείας.Γκρεμίζοντας τήν λατρεία μέ σκόπιμα, κατευθυνόμενα, ἐρασιτεχνικά πειράματα οἱ ὀλοθρευτές τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως μᾶς στεροῦν τήν ὀντολογική ἐλπίδα μας, τήν κοινωνία μέ τόν Κύριο μας Ἰησοῦ Χριστό.
Γιά νά γίνει κατανοητός ὁ πόλεμος κατά τῆς αὐθεντίας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού προκύπτει ἀπό τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί κατά τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τῆς παραδεδομένης λατρείας μας ἀναφέρω ἕνα παράδειγμα.  Καθηγητής τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπό τήν Θεσσαλονίκη μιλώντας σέ συνέδριο  μέσω τῆς φράγκικης ψευδοεπιστήμης ἀπέρριψε ὅλο τό ἱστορικό πλαίσιο τῶν βιβλίων τῆς Π.Δ. πού ἀναφέρονται στήν λατρεία καί στήν ἱερωσύνη, ἐμφάνισε μιά ἀταξία στά ἀαρωνική τάξη τῆς ἱερωσύνης γιά νά καταλήξει στό χρήσιμο γιά τούς οἰκουμενιστές συμπέρασμα ὅτι ἡ «Ἐκκλησία» ὡς «ἡ ζωντανή σχέση τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Θεό δέν ἐπιδέχεται ὀργάνωση καί θεσμοθέτηση» [12].
Ἐπίλογος
προφήτης Ἠσαΐας ἀπευθύνεται στήν παλαιά ἐκκλησία τοῦ Ἰσραήλ καί τῆς λέγει : «Πλάτυνε τόν τόπο τῆς σκηνῆς σου, ἔκτεινε τά παραπ­ετάσματά της* πλάτυνέ την καί μή τήν λυπηθεῖς. Μάκρυνε τά σχοινία της καί στερέωσε τούς πασσάλους της.  Ἅπλωσέ την στά δεξιά καί στά ἀριστερά­, διότι οἱ ἀπόγονοί σου θά κληρονομήσουν ἔθνη…»(Ἠσ. νδ´ 1-3).  Ἡ σκηνή εἰκονίζει τόν παλαιό Ἰσραήλ καί τή λατρεία του.  Ἡ πλάτυνση τῆς σκηνῆς τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ προτυπώνει τόν νέο Ἰσραήλ, τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πού περιλαμβάνει ὅλα τά ἔθνη ἀλλά καί τήν ἐν Χριστῷ λατρεία πού φεύγει ἀπό τή στενότητα καί τά χονδροειδῆ στοιχεῖα τῆς παλαιᾶς λατρείας πού ἦσαν κατάλληλα γιά τόν παλαιό Ἰσραήλ. Δέν γκρεμίζεται ἡ παλαιά σκηνή. Ἁπλώνεται,  ἀνακαινοῦται καί νοηματοδοτεῖται ἐν Χριστῷ ἡ λατρεία της­. Αὐτή εἶναι ἡ λατρεία μας, θεόσδοτη, ἀποστολοπαράδοτη καί πατροπαράδοτη. Ἄς τήν φυλάξουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ.


1 Ἰουστῖνος, Ἱερώνυμος καί Ἐπιφάνιος ἐν ΦΙΛΙΑ Λειτουργική Τ. Α΄σ. 36.
2 Π.χ. ΞΕ΄ἀποστ. Κανών : «Εἰ τις κληρικος ἤ λαϊκός εἰσέλθοι εἰς συναγγήν Ἰουδαίων ἤ αἱρετικῶν προσεύξασθαι καί καθαιρείσθω καί ἀφοριζέσθω» καί ΟΑ΄Ἀποστ΄Κανών : «Εἴ τις Χριστιανός ἔλαιον ἀπενέγκοι εἰς ἱερόν ἐθνῶν ἤ εἰς συναγωγήν Ἰουδαίων ἐν ταῖς ἑορταῖς αὐτῶν ἤ λύχνους ἅπτοι, ἀφοριζέσθω».
3 «Ὁ Ναός…διαιρεῖται εἰς τρία. Ὅτι καί Τριάς ὁ Θεός. Τοῦτο οὖν καί ἡ σκηνή ἐξεικόνιζεν εἰς τρία διηρημένη, καί ὁ τοῦ Σολομῶντος ναός, καθά καί Παῦλος φησί ((P.G.155, 337D
4 ΑΓΓΕΛΙΚΗ Α. ΤΡΙΒΥΖΑΔΑΚΗ, Ἡ διαμόρφωση τοῦ τέμπλου, ἐν ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ, τεύχ 1-3 2002(πρακτικά Α’λειτουργικοῦ συνεδρίου τῆς Ἑταιρείας Ὀρθοδόξων Σπουδῶν) σ. 240-241.
5 ΞΘ΄Κανών τῆς ΣΤ’Οἰκ. Συνὀδου :«Μή ἐξέστω τινί τῶν ἁπάντων ἐν λαϊκοῖς τελοῦντι ἔνδον ἱεροῦ εἰσιέναι  θυσιαστηρίου».
6 ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ Περί τῆς ἐν Πνεύματι καί Ἀληθείᾳ προσκυνήσεως, Ἐκδοτικός Οἷκος τό Βυζάντιον Θεσσαλονίκη 1999 τ. 3 σ. 102-104 
7 Ὡς ἄνω σ. 104
8 Ὡ ἄνω τ. 2 σ. 405
9 Ὡς ἄνω σ. 423«Μεταρρυηκότων δέ τῶν πραγμάτων νυνί εἰς τό ἄμεινον, ἀσυγκρίτως τοῖς ἐπί ἱερουργίαν διά Χριστοῦ καλουμένοις ἐπιψηφίζονται λαοί, τό ὡς εἶεν ἄξιοι παραφωνοῦντες εὖ μάλα * καί τοῦτο ἐν Ἐκκλησίαις, καθάπερ ἀμέλει  καί οἱ πάλαι, παρά τῇ ἱερᾷ καί θείᾳ σκηνῇ, τάς ἐπί Λευΐταις χειροθεσίας ἔδρων. Πρόδηλον οὖν ὅτι, εἰ μήτε ἐν ἐκκλησίᾳ, μήτε μήν ἐπί λαοῦ χειροτονία γένοιτο, παρά τήν θείαν ἔσται βούλησιν καί ἔξω νόμων τῶν ἱερῶν».
10 Πρβλ.τήν ἑρμηνεία τῆς ἱερατικῆς εὐλογίας ἀπό τόν Ἅγιο Κύριλλο ὡς ἄνω σ. 410.
11 Ὡς ἄνω τ. 2 σ. 176 : «Τρυβλία τε καί θυἰσκαι, κύαθοι τε καί σπονδεῖα καί τά δι  ὧν τῆς Ἁγίας τραπέζης ἡ μυστική καί ἱερωτάτη πληροῦται χρεία, οὐ τῶν θείων κειμηλίων τύπος ἄν εἶεν, ὤ τᾶν;»
12 ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, Ὁ θεσμός τῆς ἱερωσύνης στήν Παλαιά Διαθήκη ἐν Τό Μυστήριον τῆς Ἱερωσύνης (Πρακτικά Ζ´ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου) σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη 12, Κλάδος Ἐκδόσεων τῆς ἐπικοιν. καί μορφ. ὑπηρ. Ἐκκλ. Ἑλλάδος , Ἀθῆναι 2006. 



ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝΟΡΘΡΟ

 Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον       www.egolpion.com  
12  ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ  2013 


Read more:http://www.egolpion.net/palaiodia8ikika_stoixeia.el.aspx#ixzz2jYGPnxYx

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου